Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2013

Πρωταγόρας 5η ενότητα

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΑΓΚΑΔΑ
ΕΝΟΤΗΤΑ 5

Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΡΕΤΗ: Κοινή Ιδιότητα όλων των ανθρώπων

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

Και για να μη νομίζεις  ότι εξαπατάσαι ως προς το ότι όλοι οι άνθρωποι πράγματι νομίζουν ότι κάθε άνδρας συμμετέχει και στη δικαιοσύνη και σε (κάθε) άλλη πολιτική αρετή, πάρε πάλι το εξής ως απόδειξη: στις άλλες δηλαδή ικανότητες όπως ακριβώς λες εσύ, αν κάποιος ισχυρίζεται ότι είναι ικανός αυλητής ή σε οποιαδήποτε άλλη τέχνη, στην οποία δεν είναι ή τον περιγελούν ή θυμώνουν μαζί του και οι δικοί του πλησιάζοντάς τον προσπαθούν να τον συμβουλεύουν σαν να είναι τρελός. Στη δικαιοσύνη όμως, και στην άλλη πολιτική αρετή και αν ακόμη ξέρουν για κάποιον ότι είναι άδικος, αν αυτός ίδιος λέει την αλήθεια; Εναντίον του εαυτού του μπροστά σε πολλούς άλλους, πράγμα το οποίο θεωρούσαν στην πρώτη περίπτωση ότι  είναι σωφροσύνη, το να λέει δηλαδή κανείς την αλήθεια, στη δεύτερη περίπτωση το θεωρούν τρέλα και ισχυρίζονται ότι πρέπει όλοι να λένε ότι είναι δίκαιοι, είτε είναι είτε όχι, ειδεμή ότι είναι παράφρων αυτός που δεν προσεταιρίζεται /έχει κτήμα του τη δικαιοσύνη. Καθόσον είναι ανάγκη ο καθένας χωρίς εξαίρεση να συμμετέχει οπωσδήποτε σε αυτήν, διαφορετικά να μην συγκαταλέγεται ανάμεσα στους ανθρώπους.
Ότι λοιπόν εύλογα δέχονται κάθε άνθρωπο ως σύμβουλο γι’ αυτήν την αρετή, επειδή πιστεύουν ότι όλοι έχουν συμμετοχή σε αυτή, αυτά τα επιχειρήματα φέρνω/ αυτά υποστηρίζω: Ότι όμως νομίζουν ότι αυτή δεν είναι έμφυτη ούτε από κάποια τυχαία αιτία, αλλά ότι μπορεί να διδαχθεί και ότι γίνεται κτήμα ύστερα από φροντίδες σε όποιον γίνεται κτήμα, αυτό θα προσπαθήσω στη συνέχεια να αποδείξω. Γιατί, για όσα ελαττώματα οι άνθρωποι πιστεύουν ο ένας για τον άλλο, ότι τα έχουν από τη φύση ή την τύχη, κανείς δεν οργίζεται ούτε συμβουλεύει ούτε διδάσκει/συνετίζει ούτε τιμωρεί όσους έχουν αυτά για να μην είναι τέτοιοι, αλλά τους ευσπλαχνίζονται: για παράδειγμα τους άσχημους ή τους μικρόσωμους ή τους αδύναμους ποιος είναι τόσο ανόητος, ώστε να προσπαθεί να τους κάνει κάτι από αυτά; Γιατί ξέρουν, νομίζω, ότι αυτά από τη φύση και την τύχη συμβαίνουν στους ανθρώπους, τα προτερήματα δηλαδή και τα αντίθετά τους. Όσα όμως προτερήματα  πιστεύουν ότι συμβαίνουν στους ανθρώπους με φροντίδα και με εξάσκηση και με διδασκαλία, αν κάποιος δεν τα έχει αυτά, αλλά τα αντίθετά τους ελαττώματα, σ’ αυτές τις περιπτώσεις προκαλούνται  κατά τη γνώμη μου και οι θυμοί και οι τιμωρίες και οι συμβουλές. Από αυτά ένα είναι και η αδικία και η ασέβεια και γενικά καθετί το αντίθετο προς την πολιτική αρετή.


  1. Το επιχείρημα του Πρωταγόρα εδώ στηρίζεται στην κοινή αντίληψη, δεν το θεμελιώνει λογικά. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχει ουσιαστική αντικειμενική βάση. Εξάλλου ακολουθεί εμπειρική απόδειξη που αρχίζει με τη λέξη «τεκμήριο». Έτσι προσκομίζει μια εμπειρική απόδειξη, για να πείσει το Σωκράτη ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν συμμετοχή στη δικαιοσύνη και στην άλλη πολιτική αρετή. Η συνύπαρξη των ανθρώπων είναι αδιανόητη αν δεν διαθέτουν όλοι την πολιτική αρετή.
  2. Κάτι που προαναφέρθηκε τονίζεται και πάλι εδώ. Οι Αθηναίοι δηλαδή χλευάζουν και αντιμετωπίζουν με ιδιαίτερη οργή κάθε άνθρωπο που διατείνεται λόγου χάρη ότι είναι επιδέξιος αυλητής ή κάτοχος κάποιας άλλης τέχνης, ενώ δεν είναι.                                      Στην Αθήνα, όταν κάποιος ισχυριστεί ότι είναι ειδικός σε κάποια τέχνη ενώ δεν είναι, τον θεωρούn ανισόρροπο και τον κοροϊδεύουν. Όταν  επίσης κάποιος πει ότι είναι άνθρωπος στερημένος ηθικών αρετών, τον βλέπουν σαν τρελό και δεν πιστεύουν σε αυτό που λέει. Αυτό συμβαίνει γιατί ο καθένας έχει την πεποίθηση ότι οι ηθικές αρετές υπάρχουν σε όλους.
  3. Ο Πρωταγόρας δε φαίνεται να εγκρίνει την προσποίηση και την υποκρισία, το να προσποιείται κάποιος τον δίκαιο, ενώ στην πραγματικότητα είναι άδικος. Αναφέρεται στη γενική απαίτηση να αναγνωρίζουν όλοι τη σπουδαιότητα και αναγκαιότητα της δικαιοσύνης και να μην την απορρίπτει κανείς φανερά. Ακόμη και ο άδικος πρέπει να έχει κάποια σχέση με τη δικαιοσύνη, να δείχνει ότι σέβεται τη δικαιοσύνη. Η προσποίηση της δικαιοσύνης δείχνει ακριβώς ότι  και όποιος την παραβιάζει δεν έχει θάρρος να την αποκηρύξει, γιατί η δικαιοσύνη έχει βαθιές ρίζες στη συνείδηση των ανθρώπων και η πίστη στην αξία και την αναγκαιότητά της είναι καθολική. Μόνον ένας τρελός θα απέρριπτε συνειδητά και προκλητικά την ιδέα της δικαιοσύνης.                                                        Παρατηρούμε ότι ο Πρωταγόρας σε όλη την ανάλυση της άποψης για την καθολικότητα της αρετής, καθώς προσπαθεί να αποδείξει ότι την αρετή την έχουν όλοι, καταλήγει στο ότι πρέπει να την έχουν όλοι,  είναι ανάγκη να την έχουν όλοι. Μάλιστα εδώ ξεφεύγει πολύ. Πρέπει να δείχνουν ότι την έχουν όλοι.
  4. συγκρίνοντας την τιμωρία αυτή με τη θανάτωση που προτάθηκε παραπάνω (κτείνειν ως νόσον πόλεως) επισημαίνουμε ότι είναι ζήτημα αν είναι ελαφρότερη, δεδομένης της σημασίας που έχει για τον άνθρωπο η κοινωνική ζωή. Ειδικότερα για την εποχή εκείνη, η εξορία θεωρούνταν ισοδύναμη ή και βαρύτερη από το θάνατο. Αν με την πρώτη ματιά φαίνεται παράδοξο να θεωρείται η εξορία ποινή βαρύτερη από τη θανατική, πρέπει να ληφθεί υπόψη η σπουδαιότητα της πατρίδας και της οικογένειας για τον αρχαίο άνθρωπο και κατά συνέπεια το τι σήμαινε για τον εξόριστο να ζει το μαρτύριο της στέρησης αυτών των αγαθών πολύ περισσότερο, όταν επρόκειτο για ισόβια εξορία – είναι όχι μόνο ανισοβαρείς αλλά και διαμετρικά αντίθετες, αφού ο θάνατος συνιστά το τέλος της ζωής ενώ η εξορία υπόσχεται τη συνέχισή της. Αυτό αποδεικνύει το πόσο μεγάλη σημασία απέδιδαν οι αρχαίοι στο βαθμό και στην ποιότητα αποδοχής του ατόμου από την υπόλοιπη κοινωνική ομάδα, αφού θεωρούσαν την εξορία ως ηθικό, πολιτικό και κοινωνικό θάνατο και εκείνος που εξοριζόταν σε ξένες χώρες παράδερνε «άφιλος» και «ανέστιος».
  5. Υπάρχει φαινομενική αντίφαση ανάμεσα στο συλλογισμό αυτό και στη διήγηση του μύθου των προηγούμενων ενοτήτων. Μέσω αυτού απέδειξε ο Δίας, για να διασώσει το ανθρώπινο γένος μοίρασε την αιδώ και τη δίκη, άρα έδωσε σε όλους την πολιτική αρετή. Σύμφωνα με το μύθο όμως ο θεός έδωσε  στους ανθρώπους την αιδώ και τη δίκη όχι τη στιγμή κατά την οποία τους δημιούργησε αλλά αργότερα. Επομένως,                                                                                      α) η αρετή δεν είναι έμφυτη στον άνθρωπο,                                                           β)       ο Δίας δεν μπορεί να εξασφαλίσει την καθολικότητα των δύο αρετών (αιδώς-δίκη) στους ανθρώπους, αφού αυτές δεν αποτελούσαν μέρος της αρχικής τους φύσης. Χρειάζεται επομένως η διδασκαλία. Δεν υπάρχει αντίφαση αν με τις λέξεις «Δία» και «φύσει» εννοήσουμε την προδιάθεση (το «δυνάμει» με τη διατύπωση του  Αριστοτέλη) που μετατρέπει σε «ενεργεία» με τη διδασκαλία. Επομένως, πρέπει να θεωρήσουμε ότι τα δώρα του Δία τα έχουν οι άνθρωποι «δυνάμει», έχουν δηλαδή δοσμένη από το Δία όχι την ίδια την αρετή, αλλά τη δυνατότητα για απόκτησή της.
  6. Στην 4η ενότητα ο Πρωταγόρας είχε μιλήσει για θεϊκή προέλευση της αιδούς και της δίκης. Εδώ όμως αποστασιοποιείται καθαρά από θεοκρατικές ερμηνείες. Ο Πρωταγόρας δέχεται την ύπαρξη τελολογικής αρχής στη φύση. Για το σοφιστή υπάρχει βέβαια σκοπιμότητα στη φύση, όχι όμως απεριόριστη, γιατί έχουμε και τον παράγοντα τύχη, τον αστάθμητο παράγοντα. Και η περιορισμένη αυτή σκοπιμότητα δεν εκπηγάζει από τη θεία πρόνοια για την επίτευξη προκαθορισμένων στόχων αλλά φέρεται εκπορευόμενη από μια μηχανιστική αιτιοκρατία, αυτοτελή και ανεξάρτητη. Πουθενά δε γίνεται λόγος για παρουσία και επέμβαση θείου.
  7. τα ρήματα έντεχνα δοσμένα ακολουθούν την ανιούσα κλίμακα, καθώς ξεκινούν από την ηπιότερη αντίδραση προς την αυστηρότερη (κλίμαξ του μείζονα).
  8. τα τρία αυτά επίθετα συμπυκνώνουν την αντίληψη του Πρωταγόρα για τα φυσικά ελαττώματα, τις φυσικές ελλείψεις. Για τους αρχαίους Έλληνες το πρότυπο της σωματικής ομορφιάς έπρεπε να συνδυάζει κάλλος και επιβλητικό παράστημα.
  9. Η επιμέλεια, η άσκηση και η διδασκαλία είναι οι τρεις βασικές μορφές αγωγής εκπαίδευσης. Σκόπιμα παραλείπεται από τον Πρωταγόρα η μίμηση, η οποία οδηγεί και σε αρνητικά αποτελέσματα και δεν εξυπηρετεί άλλωστε την παρούσα επιχειρηματολογία του σοφιστή. Η επιτυχημένη διδασκαλία λοιπόν απαιτεί από το μαθητή να διαθέτει τόσο φυσική ικανότητα και η διδασκαλία είναι συμπληρωματικά στοιχεία υποστηρίχτηκες από πολλούς.                                                                                                 Αφού, λοιπόν, η αιδώς και η δίκη αποτελούν τις προϋποθέσεις για την απόκτηση της πολιτικής αρετής και αφού οι ηθικές αυτές αξίες δεν υπάρχουν στον ίδιο βαθμό  σε όλους τους ανθρώπους ούτε μπορούν μόνες τους να οδηγήσουν στην αρετή χωρίς τη σπουδή , την άσκηση και τη διδασκαλία, είναι φανερό πως η παιδεία αποτελεί την κινητήρια εκείνη δύναμη που θα μετατρέψει τον άνθρωπο από «δυνάμει» σε «ενεργεία» πολιτικό ον.
  10. Σε αντίθεση με τα φυσικά ελαττώματα που οι άνθρωποι τα αντιμετωπίζουν με συμπάθεια και κατανόηση, η αδικία και η ασέβεια υποδηλώνουν τη σκόπιμη αμέλεια του ανθρώπου να διδαχθεί την πολιτική αρετή και γι’ αυτό επισύρουν το θυμό και τη νουθεσία. Κάτι τέτοιο συμβαίνει, διότι δείχνουν ότι ο άνθρωπος αδιαφόρησε για κάτι που είχε υποχρέωση και δυνατότητα να κάνει, να μάθει και να διδαχθεί, δηλαδή τη δικαιοσύνη, την ευσέβεια και τα άλλα είδη της αρετής. Η ασέβεια είναι ως προς τους θεούς το αντίστοιχο με την αδικία ως προς τους ανθρώπους. Χαρακτηριστικό είναι το ότι πολλοί φιλόσοφοι και ποιητές της Αθήνας είχαν υποστεί κατηγορίες και δίκες περί ασεβείας κατά τον 5ο π.Χ. αι. στο σημείο αυτό ο Πρωταγόρας συνεχίζει τις παραλλαγές στα συστατικά ζεύγη της αρετής, αυτή τη φορά με αντιθετικές έννοιες (αδικία και ασέβεια, αντί δικαιοσύνη και ευσέβεια).




ΠΡΩΤΟ  ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑ

«ινα δε μη οιει απατασθαι … ή μη είναι εν ανθρώποις»

·        Η συλλογιστική πορεία του Πρωταγόρα
Ο Πρωτα;γόρας ξεκινά τη συλλογιστική του πορεία με την αποδεικτέα θέαη [που θα πρέπει να νοηθεί και ως συμπέρασμα]: ηγουνται πάντες άνθρωποι πάντα άνδρα μετέχειν δικαιοσύνης τε και της άλλης πολιτικής αρετης, ενώ τη θέση του αυτή θα τη στηρίξουν ουσιαστικά δυο φράσεις: α)πάντας δειν φάνει είναι δικαίους και β) αναγκαιον ουδένα οντιν’ ουχί αμως γε πως μετέχειν αυτης (δηλ. της πολιτικής αρετής). Το τεκμήριο του Πρωταγόρα δίνεται στη συνέχεια σε διαγραμματική μορφή για να γίνει ευκολότερα κατανοητλο (συμπληρώνεται με δυο φράσεις που δεν υπάρχουν στο αρχαίο κείμενο, αλλά απορρέουν από αυτό)
                 a)            Στις τέχνες: έστω ότι κάποιος δεν είναι καλός αυλητής               αν πει το αντίθετο, ότι είναι καλός αυλητής, είναι τρελός                αν πει την αλήθεια, ότί δεν είναι καλός
                 b)            δίκαιος                               
αν πει το αντίθετο, ότι είναι δίκαιος, είναι συνετός                                 αν πει την αλήθεια, ότι δεν είναι δίκαιος, είναι τρελός
επιπλέον
                 αν παριστάνει τον δίκαιο        à   είναι συνετός
                 αν δεν παριστάνει τον δίκαιο  à  είναι τρελός
Συμπέρασμα: όλα τα παραπάνω αποδεικνύουν ότι: ηγουνται πάντες ανθρωποι παντα ανδρα μετεχειν δικαιοσυνης τε και αλλης πολιτικης αρετης

Ο συλλογισμός
Αν αφαιρέσουμε τα παραδείγματα και κρατήουσμε μόνο τις καθαρές αποδεικτικές σκέψεις του Πρωταγόρα , θα προσέξουμε ότι η αποδεικτέα θέση στηρίζεται με δυο αιτιολογήσεις

  1. Η αποδεικτέα θέση                                                                                                                όλοι οι άνθρωποι νομίζουν ότι κάθε άνδρας έχει μερίδιο στξην πολιτική αρετή (ηγουνται πάντες ανθρωποι πάντα άνδρα μετέχειν  δικαιοσύνης τα και της ΄λαλης πολιτικης αρετης)
  2. Οι αιτιολογήσεις
ü      Επειδή όλοι πρέπι να ισχυρίζονται  ότι είναι δίκαιοι                                                (παντας δειν φαναι είναι δικαιους)
ü      Και επειδή είναι αναγκαίο να ε΄χει ο καθένας μερίδιο στην πολιτικήαρετή                                                                                                                                           (αναγκαιον ουδενα οντιν’  ουχι …μετεχειν αυτης)

ΚΡΙΤΙΚΗ

Ως προς τη λογική ορθότητα του συλλογισμού έχουμε να παρατηρήσουμε ότι στις δυο αιτιολογήσεις υπάρχει δεοντολογική διατύπωση, η οποία όμως δεν είχε αποδεικτική ισχύ. Δεν μπορούμε να πούμε ότι «όλοι έχουν τπολιτική αρετή, επειδή όλοι πρέπει να ισχυρίζονται πως είναι δίκαιοι και επειδή είναι αναγκαίο να έχουν όλοι μερίδιο σ’  αυτή». Το ζητούμενο είναι τι συμβαίνει και όχι ιτ πρέπει να συμβαίνει . ο συλλογισμός θα ήταν λογικά ορθός, αν είχε ως συμπέρασμα τη φράση: «¨ηγουνται παντες ανθρωποι παντα ανδρα δειν μετεχειν δικαιοσυνης».

ΔΕΥΤΕΡΟ  ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑ
«ότι μεν ου παντ’  ανδρα … εναντιον της πολιτικης αρετης» :

Ο συλλογισμός
1.      τα μειονεκτήματα που οφείλονται στη φύση και την τύχη δεν διορθώνονται
2.      τα ελαττώματα που δεν προέρχονται από τη φύση και την τύχη μπορούν να διορθωθούν, επιδέχονται διδασκαλία για να γίνουν προτερήματα, δηλαδή αρετές
συμπέρασμα: Η αρετή διδάσκεται

Κριτική

Η απόδειξη αυτή του Πρωταγόρα δεν είναι πειστική, επειδή η αποδεικτέα θέση χρησιμοποιείται παράλληλα και ως αποδεικτικό επιχείρημα. Δηλαδή η βασική φράση που χρησιμοποιείται για την απόδειξη του διδακτού της αρετής (οσα δε εξ επιμελειας και ασκησεως και διδαχης οιονται γιγνεσθαι αγαθα ανθρωποις) είναι η ίδια η αποδεικτέα θέση: πρέπει δηλαδή να αποδειχτεί ότι αυτές οι επιμέρους αρετές, «εξ επιμελειας και ασκησεως και διδαχης γιγνονται ανθρωποις». Αυτός ο τρόπος απόδειξης είναι ένα είδος σοφίσματος που λέγεται «ληψις του ζητουμένου».

Ο Πρωταγόρας αποδεικνύει τι πιστεύουν οι άνθρωποι γενικά και βέβαια δίνει τις δικές του θέσεις μέσω των ανθρώπων.
Η ευστάθεια του επιχειρήματος προϋποθέτει επίσης σαφή διάκριση ανάμεσα στο φυσικό και στο επίκτητο κάτι που δε γίνεται εύκολα, λ.χ. η  σωματική ασχήμια και καχεξία μπορεί να είναι ταυτόχρονα προϊόν φυσικής προδιάθεσης και κακών επιλογών. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.