Παρασκευή 22 Μαΐου 2020

Κριτήριο Τρίτη Ηλικία


Η θέση των ηλικιωμένων στη σημερινή κοινωνία
Από τις πιο παράξενες όψεις της ελληνικής δημόσιας ζωής είναι ίσως οι επαναλαμβανόμενες από όλες τις πλευρές κραυγές απελπισίας για την εξέλιξη του πληθυσμού στη χώρα μας. «Είμαστε χώρα γερόντων» είναι το συμπέρασμα και η προτροπή αβίαστη: «γεννάτε γιατί χανόμαστε»… Την ίδια στιγμή, όμωςγνωρίζουμε όλοι σε τι συνθήκες είναι υποχρεωμένοι να ζουν στη μεγάλη τους πλειοψηφία οι ηλικιωμένοι της χώρας μας. Αδιαφορία, ανέχεια, μιζέρια. Πώς άραγε συμβαίνει αυτό; Πώς είναι δυνατό μια «χώρα γερόντων» να μη φροντίζει καθόλου για τα γηρατειά;
Ενδιαφέρουσα, ωστόσο, είναι για το συγκεκριμένο ζήτημα η αναδρομή στο παρελθόν. Σε όλη τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας παρουσιάζονται διάφορες μορφές πάλης νεότερων και γεροντότερων και η έκβαση της μάχης είναι προδιαγεγραμμένη. Οι περιπτώσεις υπερίσχυσης των γεροντότερων είναι σπάνιες ως ανύπαρκτες. Οι μύθοι των περισσοτέρων λαών καταγράφουν παρόμοιες συγκρούσεις και επισφραγίζουν τη νίκη των νεότερων μέσα από ποικίλου είδους αναμετρήσεις του πατέρα με το γιο: ο Κρόνος με τον Ουρανό, ο Οιδίποδας με το Λάϊο, ο Θησέας με τον Αιγέα. Υπάρχουν, βέβαια, και οι μορφές των δημογερόντων στην περίοδο της Τουρκοκρατίας ή του σοφού Νέστορα στην Ομηρική εποχή, οι οποίοι μάς θυμίζουν τη σημασία της μετάδοσης γνώσεων και εμπειρίας από τη μία γενιά στην επόμενη.
Σε κάθε περίπτωση, αυτές οι μυθικές ιστορικές μορφές συγκαταλέγονται στο σύνολό τους στα μέλη των ανωτέρων κοινωνικά και οικονομικά τάξεων. Πουθενά στην ιστορία και στη λογοτεχνία δε θα συναντήσουμε τους «φτωχούς γέρους» παρά μόνο στην οικογένεια ή στο περιβάλλον των ισχυρών κάθε εποχής. Η σκληρή εργασία και η έλλειψη οποιασδήποτε φροντίδας κρατούσε το μέσο όρο ανώτερης ηλικίας πολύ χαμηλά. Στον εικοστό, όμως, αιώνα, με τη θεαματική πρόοδο της ιατρικής, η γήρανση του παγκόσμιου πληθυσμού είναι πλέον γεγονός. Σύμφωνα με έρευνα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, το 2025 προβλέπεται ότι οι άνθρωποι που θα είναι άνω των εξήντα θα αποτελούν το 14% του παγκόσμιου πληθυσμού της γης.
Αυτή, ωστόσο, η οφθαλμοφανής εξέλιξη δεν οδηγεί στη βελτίωση των συνθηκών ζωής των ηλικιωμένων. Οι πρώτοι που θίγονται από την οικονομική κρίση στις αναπτυγμένες χώρες είναι τα δύο όρια των «παραγωγικών» ηλικιών, η νεολαία και οι ηλικιωμένοι. Πολύ γρήγορα η «ευλογία» της σύνταξης μετατρέπεται από κοινωνική κατάκτηση σε ατομικό βραχνά. Όταν για πρώτη φορά στη ζωή του ο εργαζόμενος βρεθεί με πλούσιο ελεύθερο χρόνο στη διάθεσή του, δε θα έχει πλέον τα υλικά μέσα, για να ξεφύγει από την καθημερινή μιζέρια της τηλεόρασης και του καφενείου. Επιπλέον, θα έχει να αντιμετωπίσει τη στάση των ενηλίκων απέναντί του, η οποία θα είναι υποκριτική, καθώς κάτω από το σεβασμό θα κρύβεται μια συμπεριφορά υποτίμησης. Ωστόσο, και έξω από το σπίτι οι συνθήκες δε θα είναι πιο ευνοϊκές για τους ηλικιωμένους.
Κλείνοντας, καλό είναι να επισημανθεί ότι η κοινωνία ταυτίζει την ιδανική εικόνα του ηλικιωμένου με τον ασπρομάλλη σοφό, ο οποίος βρίσκεται υπεράνω των καθημερινών προβλημάτων. Αν αποκλίνει από αυτό το πρότυπο, πέφτει από το ύψος του. Η αντίθετη όψη του νομίσματος είναι ο γέρος – ξεμωραμένος1, με τον οποίο γελάνε τα παιδιά. «Έτσι και αλλιώς», όπως υποστηρίζει και η Σιμόν ντε Μποβουάρ2, «είτε με την αρετή είτε με την υποβάθμισή τους, οι ηλικιωμένοι δεν ανήκουν στην ανθρωπότητα». Δεν είναι, λοιπόν, δύσκολο να συμπεράνει κανείς ότι τη θέση του Καιάδα3 στην αρχαία Σπάρτη σήμερα την έχει πάρει για τους ηλικιωμένους το περιθώριο. Γι’ αυτό το λόγο, το πρώτο αίτημα μιας εξισωτικής πολιτικής για τα μέλη της κοινωνίας είναι να αποδοθεί στους ηλικιωμένους πολίτες το μέγιστο αγαθό που τους έχει αφαιρεθεί, η ανθρώπινη ιδιότητα.
Από τον Ιό της Κυριακής, εφ. Ελευθεροτυπία, 5.6.1994 (διασκευή).

1 Αυτός που έχει χάσει το μυαλό, τη λογική του.
2 Γνωστή Γαλλίδα συγγραφέας, φιλόσοφος και φεμινίστρια.
3 Μεγάλο βάραθρο στην Αρχαία Σπάρτη, όπου λέγεται ότι οι Αρχαίοι Σπαρτιάτες έριχναν τα ανάπηρα ή καχεκτικά βρέφη, για να διασφαλίσουν την ευγονία της φυλής τους.
Παρατηρήσεις
Α. Να αποδώσετε περιληπτικά το περιεχόμενο  του κειμένου.
Β1. Να επαληθεύσετε ή να διαψεύσετε, με βάση το κείμενο, τις παρακάτω περιόδους:
  • Η υπογεννητικότητα αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα μας.
  • Διαχρονικά, το αποτέλεσμα της σύγκρουσης, ανάμεσα στην παλαιότερη και νεότερη γενιά, ήταν αμφίρροπο.
  • Η εξέλιξη της ιατρικής επιστήμης συνέβαλε καθοριστικά στην αύξηση του προσδόκιμου ορίου ζωής.
  • Η συνταξιοδότηση δίνει τη δυνατότητα στους ανθρώπους να εκπληρώσουν όλα όσα επιθυμούν, καθώς πλέον διαθέτουν άπλετο ελεύθερο χρόνο.
  • Στη σημερινή εποχή, το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι ηλικιωμένοι είναι η περιθωριοποίησή τους.
Β2.α. Να εντοπίσετε έναν τρόπο ανάπτυξης στην 1η παράγραφο του κειμένου και να δικαιολογήσετε την απάντησή σας.
Β2.β. Να εξηγήσετε τη λειτουργία των ερωτήσεων που θέτει ο αρθρογράφος, στο τέλος της 1ης παραγράφου του κειμένου.
Β3.α. Να μετατρέψετε στις παρακάτω περιόδους την ενεργητική σε παθητική σύνταξη:
  • «Οι μύθοι των περισσοτέρων λαών καταγράφουν παρόμοιες συγκρούσεις και επισφραγίζουν τη νίκη των νεότερων μέσα από ποικίλου είδους αναμετρήσεις του πατέρα με το γιο […]».
  • «Η σκληρή εργασία και η έλλειψη οποιασδήποτε φροντίδας κρατούσε το μέσο όρο ανώτερης ηλικίας πολύ χαμηλά».
Β3.β. οφθαλμοφανής, οικογένεια, δημογέροντες: Αφού ετυμολογήσετε τις παραπάνω λέξεις, να αξιοποιήσετε το κάθε ένα συνθετικό τους, για να γράψετε μια νέα, σύνθετη λέξη.
Β4.α. όμως, βέβαια, επιπλέον, λοιπόν, γι’ αυτό το λόγο: Να προσδιορίσετε τις νοηματικές σχέσεις που δηλώνουν οι παραπάνω διαρθρωτικές λέξεις και εκφράσεις.
Β4.β. Στις παρακάτω περιόδους, να προσδιορίσετε τη λειτουργία των εισαγωγικών:
  • Πολύ γρήγορα η «ευλογία» της σύνταξης μετατρέπεται από κοινωνική κατάκτηση σε ατομικό βραχνά. (4η παράγραφος)
  • «Έτσι και αλλιώς», όπως υποστηρίζει και η Σιμόν ντε Μποβουάρ, «είτε με την αρετή είτε με την υποβάθμισή τους, οι ηλικιωμένοι δεν ανήκουν στην ανθρωπότητα». (6η παράγραφος)
Β5. παράξενες, έκβαση, συγκαταλέγονται, κρατούσε, υποτίμησης: Να γράψετε τα συνώνυμα των παραπάνω λέξεων.
Β6. γνωρίζουμε, παρόμοιες, έλλειψη, βελτίωση, υποκριτική: Να γράψετε τα αντώνυμα των  παραπάνω λέξεων.
Γ. Σε ένα άρθρο σας (250 – 300 λέξεις), που θα δημοσιευθεί στη σχολική σας εφημερίδα, να αναφερθείτε στη στάση που πρέπει να κρατούν οι νεότεροι, απέναντι στα άτομα της Τρίτης Ηλικίας.


Κυριακή 17 Μαΐου 2020

Φύλλο εργασίας 4


ΠΑΡΝΑΣΣΙΣΜΟΣ (1)


ΤΟ ΡΕΥΜΑ ΤΟΥ ΠΑΡΝΑΣΣΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ


   Ο παρνασσισμός είναι ένα κίνημα που εμφανίζεται στη Γαλλία γύρω στα μέσα του 19ου αιώνα, ως αντίδραση προς το ρομαντισμό. Το νέο λογοτεχνικό κίνημα θα διατηρήσει τη σημασία του για τρεις περίπου δεκαετίες ( 1.850 – 1.880 ) και σιγά σιγά θα εξαπλωθεί σε μερικές ακόμη χώρες.
   Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε ότι, με τον παρνασσισμό, η ποίηση επανέρχεται σε μια ισορροπία. Από την άποψη αυτή, συνιστά ένα είδος νεο-κλασικισμού, ενώ έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εποχή του, αλλά δεν είχε μεγάλη διάρκεια ή συνέχεια.
Τα χαρακτηριστικά του παρνασσισμού, λοιπόν, είναι τα εξής:
1. η πιστότητα
2. η ρεαλιστική αναπαράσταση
3. η απάθεια
4. η απουσία της υπερβολής συναισθημάτων
5. η στατικότητα
6. οι ακριβής περιγραφές
7. η επιμονή στην αναζήτηση των κατάλληλων λέξεων
8. η απόλυτη τελειότητα
9. η απόλυτη πειθαρχία
10. η άντληση των θεμάτων του από την αρχαιότητα.


Ο ΠΑΡΝΑΣΣΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

   Γενικότερα, ο παρνασσισμός αποτελεί ένα λογοτεχνικό κίνημα που έχει ως πυρήνα την πειθαρχία του συναισθήματος, την ακρίβεια της περιγραφής και την τελειότητα της μορφής. Ωστόσο, αυτά του χαρακτηριστικά γίνονται πιο αισθητά στο χώρο όπου πρωτοεμφανίστηκε.  Από την μια μεριά, ο γαλλικός παρνασσισμός αποτελεί αντίδραση του ρομαντικού κινήματος, ενώ περιέχει κλασικιστικά στοιχεία. Κατ' αυτόν τον τρόπο, πραγματοποιείται η επαναφορά ισορροπίας μετά το συναισθηματικό και πολύ συχνά αρρωστημένο ξέσπασμα του ρομαντισμού, εφόσον διαθέτει ρεαλιστική διάθεση.
   Από την άλλη μεριά, όμως, ο νεοελληνικός παρνασσισμός δεν έχει ως απώτερο σκοπό να αποδώσει τόσο μεγάλο βαθμό απάθειας, αλλά λειτουργεί προσπαθώντας να εξισορροπήσει την τόσο έντονη διαφορά ανάμεσα στο ρομαντικό κίνημα και αυτό του παρνασσισμού. Σε αντίθεση με το παρνασσιστικό κίνημα στο χώρο της Γαλλίας και, κατ' επέκταση, ολόκληρης της Ευρώπης, στα πλαίσια του ελλαδικού χώρου και της νεοελληνικής λογοτεχνίας, ο παρνασσισμός εμφανίστηκε με ένα ύφος αντιτιθέμενο στο στόμφο και στη ρητορεία του αθηναϊκού ρομαντισμού. Παρόλα αυτά, ο νεοελληνικός παρνασσισμός δεν υιοθετεί δουλικά κάθε χαρακτηριστικό του συγκεκριμένου κινήματος, καθώς δεν περνάει απαρατήρητο το γεγονός ότι διαθέτει στοιχεία που δεν αποσκοπούν στην επίτευξη υπερβολικής απάθειας, όπως ακριβώς συνέβαινε στο εξωτερικό. Επιπρόσθετα, παρατηρείται μια στροφή προς τη φύση και τον ειδυλλιακό επαρχιακό χώρο, στους θρύλους και τις παραδόσεις του λαού.
   Στην Ελλάδα συναντάται ως μία ισορρόπηση ανάμεσα στον ξέφρενο συναισθηματισμό της προηγούμενης περιόδου, του ρομαντισμού, και τις επιρροές της απόλυτης απάθειας που πρέσβευε το κίνημα στη Γαλλία. Ως αποτέλεσμα, γεφύρωσε το χάσμα ανάμεσα σ' αυτά τα εντελώς αντίθετα και ακραία λογοτεχνικά κινήματα που το ένα διαδέχθηκε το άλλο, με σκοπό να αντιτεθεί το δεύτερο στη θέση του πρώτου, ενώ για να τη σύνθεση κι των δύο, για να βρεθεί μια γραμμή ισορροπίας, χρειάστηκε ο νεοελληνικός παρνασσισμός που άντλησε τα καλύτερα χαρακτηριστικά κι από τις δύο περιόδους.

Μελετήστε τα ποιήματα που ακολουθούν και
1.      Να εντοπίσετετε στοιχεία παρνασσισμού στα ποιήματα.
2.      Να διαπιστώσετε αν ανήκουν στην παραδοσιακή ή στη μοντέρνα ποίηση.
3.      Τα ποίηματα είναι σονέτα. Να εντοπίσετε τα χαρακτηριστικά αυτού του είδους.

Καλλιπάτειρα

         Οι ελλανοδίκες τίμησαν την Καλλιπάτειρα, εξαιρώντας την από το νόμο που απαγόρευε στις γυναίκες να παρακολουθήσουν τους Ολυμπιακούς Αγώνες στην αρχαία Ελλάδα, επειδή ήταν η μητέρα, η κόρη, η αδερφή και η θεία έξι ολυμπιονικών. Το περιστατικό καταγράφηκε την αρχαία εποχή στα σχόλια για τον 7ο Ολυμπιόνικο του Πινδάρου, ενώ στη νεότερη απασχόλησε το Μαβίλη, ο οποίος στα 1899 έγραψε το ομώνυμο σονέτο.



Aρχόντισσα Ροδίτισσα, πώς μπήκες;
Γυναίκες διώχνει μια συνήθεια αρχαία
εδώθε.* - Έχω εν' ανίψι, τον Ευκλέα,
τρί' αδέρφια, γιο πατέρα ολυμπιονίκες·

να με αφήσετε πρέπει, Ελλανοδίκες,
κι εγώ να καμαρώσω μες στα ωραία
κορμιά, που για τ' αγρίλι* του Ηρακλέα
παλεύουν, θιαμαστές* ψυχές αντρίκιες.

Με τις άλλες γυναίκες δεν είμ' όμοια·
στον αιώνα το σόι μου θα φαντάζει
με της αντρειάς τα αμάραντα προνόμια.

Με μάλαμα* γραμμένος το δοξάζει
σ' αστραφτερό κατεβατό μαρμάρου*
ύμνος χρυσός τ' αθάνατου Πινδάρου!*

Λ. Μαβίλης, Τα Ποιήματα,
'Ιδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη


Κωστής Παλαμάς [Πατρίδες! αέρας, γη...]

Στο δωδέκατο σονέτο ο ποιητής, χρησιμοποιώντας μια αρχαία φιλοσοφική θεωρία, δίνει απάντηση στα μεταφυσικά ερωτήματα για την καταγωγή και τον προορισμό, πρόβλημα που βρίσκεται στον πυρήνα και των δώδεκα σονέτων του.

Πατρίδες! Αέρας, γη, νερό, φωτιά! Στοιχεία
αχάλαστα, και αρχή και τέλος των πλασμάτων,
σα θα περάσω στη γαλήνη των μνημάτων,
θα σας ξαναβρώ, πρώτη και στερνή ευτυχία!

Αέρας μέσα μου ο λαός των ονειράτων
στον αέρα θα πάει· θα πάει στην αιωνία
φωτιά, φωτιά κι ο λογισμός μου, τη μανία
των παθών μου θα πάρ’ η λύσσα των κυμάτων.

Το χωματόπλαστο κορμί χώμα και κείνο
αέρας, γη, νερό, φωτιά θα ξαναγίνω,
κι απ’ των ονείρων τον αέρα, κι απ’ την πύρα

του λογισμού, κι από τη σάρκα τη λιωμένη,
κι απ’ των παθών τη θάλασσα πάντα θα βγαίνει
ήχου πνοή, παράπονο, σαν από λύρα.



ΚΕΙΜΕΝΟ 10


ΚΕΙΜΕΝΟ 10
ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΑ 7.5, 9-10

 ὁρῶν δὲ οὔτε πόλιν αὑτῷ προσχωροῦσαν οὐδεμίαν τόν τε χρόνον προβαίνοντα, ἐνόμισε πρακτέον τι εἶναι· εἰ δὲ μή, ἀντὶ τῆς πρόσθεν εὐκλείας πολλὴν ἀδοξίαν προσεδέχετο. ἐπεὶ οὖν κατεμάνθανε περὶ μὲν τὴν Μαντίνειαν τοὺς ἀντιπάλους πεφυλαγμένους, μεταπεμπομένους δὲ Ἀγησίλαόν τε καὶ πάντας τοὺς Λακεδαιμονίους, καὶ ᾔσθετο ἐξεστρατευμένον τὸν Ἀγησίλαον καὶ ὄντα ἤδη ἐν τῇ Πελλήνῃ, δειπνοποιησάμενος καὶ παραγγείλας ἡγεῖτο τῷ στρατεύματι εὐθὺς ἐπὶ Σπάρτην.  καὶ εἰ μὴ Κρὴς θείᾳ τινὶ μοίρᾳ προσελθὼν ἐξήγγειλε τῷ Ἀγησιλάῳ προσιὸν τὸ στράτευμα, ἔλαβεν ἂν τὴν πόλιν ὥσπερ νεοττιὰν παντάπασιν ἔρημον τῶν ἀμυνομένων. ἐπεὶ μέντοι προπυθόμενος ταῦτα Ἀγησίλαος ἔφθη εἰς τὴν πόλιν ἀπελθών, διαταξάμενοι οἱ Σπαρτιᾶται ἐφύλαττον, καὶ μάλα ὀλίγοι ὄντες· οἵ τε γὰρ ἱππεῖς αὐτοῖς πάντες ἐν Ἀρκαδίᾳ ἀπῆσαν καὶ τὸ ξενικὸν καὶ τῶν λόχων δώδεκα ὄντων οἱ τρεῖς. 

Ασκήσεις στους υποθετικούς


Οι ασκήσεις:
1.   Να βρείτε και να αναγνωρίσετε το είδος του υποθετικού λόγου στα παρακάτω παραδείγματα.

1.1. Εἰ μὲν ἐν τῷ δικαστηρίῳ ἐκρίνοντο, ῥᾳδίως ἂν ἐσῴζοντο.
1.2. Ἐὰν δὲ τοὺς ἐπιφανεστάτους τῶν ἐξαμαρτανόντων τιμωρῆσθε, πάντες πεύσονται.
1.3. Ἔσται δ’ αὐτὸς ἑαυτῷ ἕκαστος αἴτιος, ἐὰν δεῦρο ἀναβῇ καὶ ἀναισχυντῇ.
1.4. Εἰ μὲν ἤρεσκέ τί μοι τῶν ῥηθέντων, ἡσυχίαν ἂν ἦγον.
1.5. Ἂν δὲ σιωπῶ, ἔφη, οὐκ ἄρ’ οἰμώξομαι;
1.6. Εἰ μὴ ποιήσουσι ταῦτα, ἔσονται ἔκσπονδοι.
1.7. Εἰ νῦν γε ἐξαπατηθείητε ὑπὸ τούτων καὶ δημεύσαιτε τὴν οὐσίαν ἡμῶν, οὐδὲ δύο τάλαντα λάβοιτ’ ἄν.
1.8. Εἰ δὲ μὴ ἦν τοιοῦτος ὁ πατὴρ, οὐκ ἂν ἐκ πολλῶν ὀλίγα κατέλιπεν.
1.9. Ἐάν τις τὸν ἥλιον ἀναιδῶς ἐγχειρῇ θεάσασθαι, τὴν ὄψιν ἀφαιρεῖται.
1.10 Ἐὰν θεὸς ἐθέλῃ, δικαίως τιμωρηθήσεται.
1.11. Ἐξῆν ὑμῖν ἐπικουρεῖν αὐτοῖς, εἰ ἐβούλεσθε.


2.   Να μετατρέψετε τους παρακάτω υποθετικούς λόγους στο είδος που ζητείται.

2.1. Εἰ ψεύδομαι, Σώκρατες, ἐξέλεγχε.
Να γίνει μετατροπή στο μη πραγματικό.

2.2. Ἢν ἐθέλωμεν ἀποθνῄσκειν ὑπὲρ τῶν δικαίων, εὐδοκιμήσομεν.
Να γίνει μετατροπή στην απλή σκέψη του λέγοντος.

2.3. Εἰ σὺ βούλει, ἐπανέλθωμεν.
Να γίνει μετατροπή στην αόριστη επανάληψη στο παρελθόν.

2.4. Τῶν ἐχθρῶν εἴ τινα λάβοιεν, ἀπέκτεινον.
Να γίνει μετατροπή στο προσδοκώμενο.

2.5. Εἰ τοῦτο ποιεῖς, τὴν πόλιν βλάπτεις.
Να γίνει μετατροπή στο μη πραγματικό.

2.6. Εἰ μὴ εἴχομεν φῶς, ὅμοιοι τοῖς τυφλοῖς ἂν ἦμεν.
Να γίνει μετατροπή στην απλή σκέψη του λέγοντος.

2.7. Εἰ δὲ τοῖς λόγοις πείθοισθε τοῖς ἐμοῖς, ὅλην τὴν Ἑλλάδα καλῶς ἂν διοικοῖτε.
Να γίνει μετατροπή στην αόριστη επανάληψη στο παρόν – μέλλον.

2.8. Ἐὰν ἀντέχῃ τὰ τῶν Ὀλυνθίων, ὑμεῖς ἐκεῖ πολεμήσετε.
Να γίνει μετατροπή στο πραγματικό.

2.9. Οὐδὲ ζώῃ ἄν τις, εἰ μὴ τρέφοιτο.
Να γίνει μετατροπή στο μη πραγματικό.

2.10. Ἐάν τις φανερὸς γένηται κλέπτων ἢ λωποδυτῶν […], τούτοις θάνατός ἐστιν ἡ ζημία.
Να γίνει μετατροπή στο προσδοκώμενο.


3.   Να αναγνωρίσετε το είδος των υποθετικών λόγων.

Ἂν μὴ πιστεύητε, πέμψατε πρέσβεις Ἀθήναζε.

Ἄν τι συμβῇ τοιοῦτον, μέμνημαι τοῦ πατρός.

Φαίη ἂν ἡ θανοῦσα, εἰ φωνὴν λάβοι.

Ἡ μὲν φύσις, ἂν ᾖ πονηρὰ, πολλάκις φαῦλα βούλεται.

Εἰ τοῦτο πάντες ἐποιοῦμεν, ἅπαντες ἂν ἀπωλόμεθα.

Πάντων ἀθλιώτατος ἂν γενοίμην, εἰ φυγὰς ἀδίκως καταστήσομαι.

Σωκράτης οὐκ ἔπινε, εἰ μὴ διψῴη.

Ἂν μή τι κατὰ γνώμην ἐκβῇ, ἐν ὀργῇ ποιεῖσθε.

Εἰ Ἀγησίλαος τοὺς νέους σπουδαίους γυμναζόμενους ἴδοι, ἐπῄνεσεν ἄν.




Τρίτη Ηλικία Σχεδιάγραμμα Α Λυκείου


Τρίτη Ηλικία Σχεδιάγραμμα Α Λυκείου
Ορισμός
Είναι η ηλικιακή ύστερη, ώριμη βιολογικά, περίοδος του ανθρώπου, κατά την οποία οι δυνάμεις του εξασθενούν και η ιδέα του επικείμενου θανάτου δημιουργεί μια δυσάρεστη ψυχολογική κατάσταση σ’ αυτόν, όσο ψυχικό σθένος και αν διαθέτει.
Θετικά Χαρακτηριστικά Ηλικιωμένων
Στον πνευματικό τομέα:
  • Ποιοτική δημιουργικότητα λόγω της πείρας της ζωής.
  • Διαύγεια πνευματική και ισχυρή κρίση στην ανεύρεση ορθής λύσης σε δυσχερή ζητήματα.
  • Απαλλαγή από πάθη και ώριμη σκέψη.
  • Καθοδηγητική και συμβουλευτική δραστηριότητα σε ποικίλες πτυχές του πνευματικού χώρου (ως προς την επιστήμη: στην αποφυγή σφαλμάτων, στη μεθοδολογία, στην αντιμετώπιση ερευνητικών αδιεξόδων, στη μεταλαμπάδευση πολύτιμων γνώσεων, στην επιτυχέστερη επιστημονική μελέτη· ως προς την τέχνη: στη διάσωση και διατήρηση των παραδοσιακών στοιχείων, στη μετακένωση ιδεών, καλλιτεχνικών ρευμάτων και τεχνοτροπιών).
Στον ψυχολογικό τομέα:
  • Διαλλακτικότητα, συμβιβαστικότητα, ειλικρίνεια και επιείκεια.
  • Οι άνθρωποι που έχουν κορεσθεί από εμπειρίες μιας ολόκληρης ζωής και έχουν διαμορφώσει μια υγιή προσωπικότητα αντιμετωπίζουν το τέλος με γαλήνη και αίσθημα αυτοπραγμάτωσης.
Στον κοινωνικό τομέα:
  • Πολύτιμοι σύμβουλοι σε οποιοδήποτε κοινωνικό στάδιο: στην οικογένεια, στη δουλειά, στην παιδεία, στην αντιμετώπιση κοινωνικών προβλημάτων, στην εξυγίανση της κοινωνίας.
  • Υποστηρίζουν την κοινωνική γαλήνη και ομόνοια.
  • Ως γιαγιάδες και παππούδες, συμβάλλουν τα μέγιστα στην αγωγή της νέας γενιάς.
Ενδεικτικά Στοιχεία Παρακμής
Βιολογικά:
  • Εξασθενούν οι σωματικές δυνάμεις: αργό βάδισμα, ελάττωση της αντοχής, προβλήματα υγείας.
  • Αμβλύνονται οι αισθήσεις, ιδιαίτερα η όραση.
  • Εμφανίζεται δυσκαμψία στις αρθρώσεις.
  • Περιορίζεται η ενεργητικότητα.
  • Ο εγκέφαλος σταδιακά αδρανοποιείται.
Πνευματικά:
  • Μειώνεται η προσαρμοστικότητα.
  • Παρατηρείται δυσκαμψία στις ιδέες, συντηρητικότητα και επιφυλακτικότητα.
  • Εξασθενεί η μνήμη και στρέφεται περισσότερο στο απώτερο παρελθόν (επικράτηση της μακροπρόθεσμης μνήμης εις βάρος της βραχυπρόθεσμης).
  • Στα βαθιά γηρατειά παρατηρείται απώλεια της νοητικής και κριτικής διαύγειας.
Ψυχολογικά:
  • Ψυχική κούραση, απαισιοδοξία, τάση απομόνωσης.
  • Αισθάνονται να παραγκωνίζονται από την κοινωνική ζωή εξαιτίας των εξελίξεων που αδυνατούν να παρακολουθούν.
  • Διακρίνονται από εμμονές, πείσμα και αδιαλλαξία.
  • Κρίνουν έντονα τους νέους για τις επιλογές τους εξωραΐζοντας τη δική τους γενιά και διατυμπανίζοντας τα επιτεύγματά τους.
  • Απαιτούν το σεβασμό από τους άλλους στηριζόμενοι αποκλειστικά και μόνο στην ηλικία. Έτσι, ο σεβασμός δεν ανταποδίδεται προς τους νεοτέρους.
  • Πολλοί ηλικιωμένοι δεν περιορίζουν τον παρεμβατικό ρόλο τους στη συμβουλευτική μονάχα παροχή και εμπλέκονται στη διαμόρφωση της ζωής των άλλων, ασχέτως ηλικίας.
  • Άτομα με ζωή γεμάτη αντιφάσεις, ελλείψεις, ψυχικά τραύματα και ανεκπλήρωτους πόθους αντιμετωπίζουν το τέλος με φόβο και ανασφάλεια.
  • Ο κοινωνικός παραγκωνισμός και ο θάνατος των προσφιλών προσώπων οδηγεί αναπόφευκτα στην πεισιθάνατη μοναξιά και την αίσθηση ανικανότητας.
Οικονομικά:
  • Νιώθουν οικονομική ανασφάλεια, γιατί γνωρίζουν πως δε δύνανται πλέον να εργαστούν και να αλλάξουν τα οικονομικά τους δεδομένα.
  • Συχνά, δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν οικονομικά εξαιτίας των χαμηλών συντάξεων.
  • Δυσκολεύονται να εξασφαλίσουν τα απαραίτητα φάρμακα και να ανταποκριθούν οικονομικά στις ιατρικές συμβουλές.
  • Η οικονομική ανασφάλεια διαμορφώνει ενίοτε ένα φαινομενικά φιλοχρήματο χαρακτήρα. Γίνονται φειδωλοί στα έξοδα και συσσωρεύουν χρήματα για παν ενδεχόμενο.
Τρόποι Καταπολέμησης Προβλημάτων Τρίτης Ηλικίας
Οι ηλικιωμένοι:
  • Να συμμετέχουν σε ποικίλες δραστηριότητες, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τη μοναξιά και την ανία.
  • Να διεκδικούν από τη σχέση τους με τους άλλους την ισοτιμία και όχι τη φροντίδα, εφόσον αυτή δεν είναι απολύτως απαραίτητη. Ο κοινωνικός αποκλεισμός μαραίνει τον ηλικιωμένο.
  • Να αναλαμβάνουν ρόλους στο οικογενειακό περιβάλλον (π.χ. τη φύλαξη των παιδιών), ώστε να νιώθουν χρήσιμοι και να ενισχυθεί η αυτοπεποίθησή τους.
  • Να συμμετέχουν σε δραστηριότητες των Κ.Α.Π.Η. και άλλων αντίστοιχων οργανισμών, οι οποίοι παράλληλα με την οργάνωση ψυχαγωγικών δράσεων και εκδρομών ενημερώνουν για θέματα υγείας και συμβάλλουν στην κοινωνική και ψυχική τους αποκατάσταση.
Η πολιτεία ως κοινωνικό κράτος πρόνοιας:
  • να δίνει συντάξεις ικανές για την αξιοπρεπή διαβίωσή τους.
  • να εξασφαλίζει την ιατροφαρμακευτική περίθαλψή τους.
  • να παρέχει βοήθεια κατ’ οίκον, ιδίως σε ανθρώπους που δεν μπορούν να μετακινηθούν ή δεν έχουν κάποιο συγγενικό πρόσωπο να τους στηρίξει.
  • να προωθεί την ισότητα και την αυτονομία των ηλικιωμένων.
  • να τιμά με διάφορες αφορμές τους ηλικιωμένους ως απόδειξη ευγνωμοσύνης για την προσφορά τους στο κοινωνικό σύνολο. Τα «τιμημένα γηρατειά» να μην είναι λόγος κενός.
  • να καταρτίζει προγράμματα σίτισης των άπορων ηλικιωμένων.
Οι συγγενείς:
  • να μην τους εγκαταλείπουν.
  • να μην τους λησμονούν παραγκωνίζοντάς τους σε κάποιο γηροκομείο.
  • να τους δίνουν την ευκαιρία της καθοδήγησης και της παροχής συμβουλών για όλες τις πλευρές της ζωής.
Σεβασμός Προς Ηλικιωμένο Άτομο
«Θα έπρεπε οι νέοι να σέβονται τους ηλικιωμένους, μονάχα επειδή είναι μεγαλύτεροι;»
Σεβασμός είναι η έμπρακτη απόδοση τιμής προς έναν άνθρωπο, η οποία απορρέει από την εκτίμηση που αισθάνεται κανείς γι’ αυτόν. Οι νέοι οφείλουν να εκτιμούν τους ηλικιωμένους για:
  • την καθολικά αποδεκτή κοινωνική τους καταξίωση ως αποτέλεσμα της προσφοράς τους στο κοινωνικό σύνολο.
  • τις γνώσεις, την πείρα και τη σοφία τους, στοιχεία που τους καθιστούν πηγή ωφελιμότητας.
  • τη σωφροσύνη, την ειλικρίνεια, τον αλτρουισμό και την ηθικότητα που επέδειξαν έμπρακτα σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους.
Αντίθετα:
  • Η ηλικία, αν δεν συνοδεύεται από τα παραπάνω χαρακτηριστικά, δεν αποτελεί από μόνο του στοιχείο άξιο σεβασμού. Άλλωστε, όπως έλεγε ο Σοφοκλής, δε δικαιολογείται να είναι κανείς ταυτόχρονα γέροντας και ανόητος.
  • Το σεβασμό δεν τον απαιτεί κανείς, αλλά τον αποσπά επάξια από τον άλλο, καθώς τον πείθει και τον προσελκύει με τη ζωή και τις πράξεις του.
  • Η απαίτηση για σεβασμό υποδηλώνει αυταρχικό χαρακτήρα, στοιχείο που καταργεί όποιο άλλο προνόμιο προβάλλει αξιώσεις εκτίμησης.
  • Ο ηλικιωμένος, παρά την πείρα της ζωής, δεν θεωρείται αλάνθαστος ούτε καθίσταται αυθεντία. Ως εκ τούτου, οφείλει να μην απαιτεί την άκριτη αποδοχή των θέσεών του.

Σάββατο 2 Μαΐου 2020

Φύλλο εργασίας λογοτεχνίας 3


Κείμενο: Νίκου Θέμελη, Η ανατροπή, εκδόσεις Κέδρος, 2000 (σσ.76-97)

Εισαγωγικό σημείωμα
Βρισκόμαστε στο έτος 1884, στην τουρκοκρατούμενη ακόμη Μακεδονία. Ο Ευάγγελος είναι ένας πλούσιος έμπορος και σεβαστός προεστός στην πόλη Σιάτιστα. Συχνά οργανώνει στο αρχοντικό του συγκεντρώσεις, όπου συναντιούνται και άλλοι προεστοί, έμποροι, ιερείς και λόγιοι, για να συζητήσουν και να αποφασίσουν για σπουδαία εθνικά ζητήματα που αφορούν τον αλύτρωτο ελληνισμό των Βαλκανίων. Τις συνάξεις αυτές ο Ευάγγελος επιτρέπει να τις παρακολουθήσει η αγαπημένη του κόρη Ελένη. Η Ελένη, κορίτσι σε ηλικία γάμου, είναι μια πολύ ευαίσθητη νέα με φιλοπερίεργο πνεύμα. Διαφέρει από τις άλλες κοπέλες της ηλικίας της, μιας και ο δικός της στόχος δεν είναι αποκλειστικά ο γάμος, όπως ήταν για όλα σχεδόν τα κορίτσια της εποχής, αλλά η ελεύθερη επιλογή  τρόπου σκέψης και ζωής. Ασφυκτιά μέσα στο κλειστό περιβάλλον του  σπιτιού  και του χωριού της κι ονειρεύεται μια άλλη ζωή, πιο ελεύθερη γι’ αυτήν.  


[Η καθημερινότητα της Ελένης και ο διάλογος με τη μητέρα της]

            […] Απόμενε η μικρή της αδελφή να φέρνει κάθε τόσο τα νέα της ημέρας. Τα κουτσομπολιά που τρέχαν πότε στον πάνω, πότε στον κάτω μαχαλά, στις γυναικείες συναναστροφές όταν συνόδευε τη μάνα της, ό,τι άκουγε από τις φιλενάδες της στο σχόλασμα από το κατηχητικό ή στο Παρθεναγωγείο. Κι όσο άκουγε η Ελένη τις αφηγήσεις της μικρής, τόσο λιγότερο της έκανε όρεξη να βγει από το σπίτι. Κουτσομπολιά, κουτσομπολιά που φτιάχναν στη συνείδηση του κόσμου έναν άλλον κόσμο βαριόμοιρο, φανταστικό, που βάραινε τον υπαρκτό, τον έπνιγε ή τον λοιδορούσε.
            Τίποτε δεν της έλειπε, απ’ όσα ο Ευάγγελος μπορούσε να σκεφθεί ότι η κόρη του είχε ανάγκη. Όμως για την Ελένη όλα αυτά ήταν ψίχουλα μπρος στις ανάγκες της ψυχής της. Τα χρόνια κύλαγαν και μέσα της πλήθαιναν και βάραιναν αυτά που κουβαλούσε. Και τα βουνά ολόγυρα κλείναν τη Σιάτιστα, η Σιάτιστα το αρχοντικό τους, οι μαντρότοιχοι της αυλής το σπίτι τους και οι ψηλοί πέτρινοι τοίχοι του την ίδια. Κάποιες κουβέντες με τη μάνα της, το ξέσπασμα σε χειρωνακτικές δουλειές συχνά άσκοπες μες στην αυλή ή στο σπίτι, κάποια βιβλία παραγγελιά κάθε τόσο από τη Σαλονίκη, ξεχώριζαν τις εβδομάδες και τους μήνες. Αραιά και πού γιορτές σε σπίτια, δεν πήγαιναν δα και σ’ όλες. Κάναν τις σκόλες πιο υποφερτές.
            «Μάνα, είσαι ευχαριστημένη;» ρώτησε κάποτε. «Είμαι, κόρη μου, τίποτε δεν μου λείπει, δε βλέπεις γύρω σου;» «Και γύρω μας τα πράγματα είναι καλά;» συνέχισε λες και την είχε ξαφνικά τσιμπήσει μύγα. «Λέω για τις ανύπαντρες, αλλά και για τις παντρεμένες. Είναι καλή η ζωή τους; Άφησε σένα που ’χεις κι ένα λόγο παραπάνω.» Απάντηση δεν πήρε, στρώθηκε στο σαχνισί κοιτώντας έξω σαν φυλακισμένη, την πήρε το παράπονο και συνέχισε να μιλάει πιο πολύ για να τα πει, να ξεθυμάνει. «Σκέφτεται άραγε κανείς όλες εμάς, γριές ή νιες, που κάθε μέρα μας ζουλίζουνε από παντού, μας αγκωνιάζουνε και μας θηλιάζουν. Μας πατικώνουν ή μας πιλατεύουν μέσα κι έξω από το σπίτι;» Κοίταξε από το παράθυρο την πλατεία και συνέχισε με σπασμένη φωνή, σχεδόν μονολογώντας: «Στο σχολείο, στην αγορά, στην εκκλησία, στο χωράφι ή στο ραφτάδικο. Κι ακόμα όταν μας βουρδουλίζουνε, πως μας τσαλαπατάν την τιμή και την ψυχή μας». «Κουβέντα π’ άνοιξες, μπα σε καλό σου!», είπε η Βαγγέλαινα κι από τη μια χαμογελούσε αμήχανα, από την άλλη το σκεφτόταν. «Να ρωτήσεις τον πατέρα σου και τον πνευματικό.» Έτσι τελείωνε πάντοτε τη συζήτηση η Βαγγέλαινα, ανήμπορη να πιστέψει οτιδήποτε από όσα καθησυχαστικά ξεφούρνιζε η ίδια στις ερωτήσεις της Ελένης. Δεν το ’δειχνε όσο κι αν μαζί της συμφωνούσε. Της αρκούσε πως η ίδια είχε στο σπίτι θέση και λόγο που όλες όσες ξέραν την ζηλεύαν.
            Μόνη ελπίδα, ανάσα αληθινή, για την Ελένη οι συνάξεις του πατέρα της και οι φίλοι του, όταν περαστικοί για κάποια δουλειά ή για επίσκεψη για λίγες ώρες, καθένας με τα λόγια του της άνοιγαν παράθυρα στον έξω κόσμο, στον άλλο κόσμο, μακριά, πέρα από τον κάμπο του Αλιάκμονα. Μόνο τότε ένιωθε πως η ζωή μπορεί να ήταν και αλλιώτικη, με περισσότερη ελευθερία. Έτσι η αναγγελία του πατέρα της πως σύντομα θα είχαν σύναξη στο σπίτι, τη γέμισε χαρά και έγνοια για τις συνηθισμένες τους ετοιμασίες. Πρώτα οι καλεσμένοι. Ποιοι θα έρχονταν από τα μακρινά και πώς θα τους κοιμίζαν. Να συγυρίσει το δωμάτιο του Θωμά απ’ το Ζαγόρι, σίγουρα θα ’τανε κι αυτός, σύντροφος στο εμπόριο του πατέρα της και καρδιακός του φίλος. Να ’χει φροντίσει για χαρτί και για μολύβι, πάντα ζητούσε ο δάσκαλος από την Καστοριά. Να θυμηθεί ό,τι είχε μαζέψει να ρωτήσει το γιατρό από την Κοζάνη, ήτανε ευκαιρία μια και θα ’ρχόταν […]

[Η συγκέντρωση των προεστών στο αρχοντικό του Ευάγγελου και η παρέμβαση της Ελένης]

            […] Πήραν το λόγο κι άλλοι. Η κουβέντα πια πήγαινε κι ερχότανε, αλλά κατέληγε στο ίδιο πάντα σταυροδρόμι: ελευθερία και παιδεία κρατιόταν χέρι χέρι. Από τις δύο, η Ελένη κρεμάστηκε αυθόρμητα στην πρώτη. Κάθε φορά που καταδίκαζαν ή χρέωναν στην Πύλη νοήματα για στέρηση, περιορισμούς και αδικία, η Ελένη ένιωθε όλα να την αγγίζουνε, να αφορούν τη ζωή της έτσι όπως τη ζούσε. Μα πιο πολύ απ’ όλα την έπιασε ο λόγος του γιατρού που μίλησε τελευταίος: «Μπαίνουμε στην εποχή των μεγάλων ανατροπών. Κανείς δεν ξέρει ακόμα πού θα οδηγηθούμε…».  «Ανατροπή του Πατριάρχη ή του Σουλτάνου;» τον διέκοψε κάποιος κι εκείνος αποκρίθηκε: «Πραγμάτων και ιδεών πιο πολύ σημαντικών απ’ το πρόσωπο το σημερινό ή το αυριανό του Πατριάρχη ή του Σουλτάνου. Μπορεί εμείς να μην τα ζήσουμε όπως και μπορεί πιο γρήγορα να τρέξουν και να συναντηθούμε. Χρειάζεται εγρήγορση, προετοιμασία, μεγάλες αποφάσεις. Θα χρειαστεί να αγωνιστούμε, να κινδυνεύσουμε ή και να θυσιάσουμε πράματα, για να φτιάξουμε καλύτερα τη ζωή μας. Ό,τι αφήσουμε στην τύχη θα μας πάρει από κάτω». Αυτή η τελευταία φράση έμεινε στην Ελένη να της τριβελίζει το μυαλό, να μην την αφήνει να παρακολουθήσει τη συνέχεια εκείνης της κουβέντας. Με δυσκολία έστρεφε την προσοχή της σ’ αυτά που συνέχιζαν να λένε. Έπιανε μόνο κομμάτια από φράσεις, είχε χάσει τον ειρμό, έτσι κι αλλιώς όλα κλώθαν, πλέκαν κι υφαίναν την ανάγκη για μια διαφορετική απελευθέρωση και το μυαλό της γύρναγε συνέχεια στα τελευταία λόγια του γιατρού.
            Ήρθε κάποια στιγμή που ο δεσπότης ρώτησε ποιος άλλος είχε να μιλήσει και έκανε με τα μάτια του μια γύρα. Και η Ελένη που νόμισε πως η ερώτηση πήγαινε σ’ όλους, που ένιωθε μια άλλη υπερηφάνεια από τις γνωστές να την πιέζει να μιλήσει, να πει κι η ίδια τι σκεφτόταν, πίστεψε πως είχε δικαίωμα και εκείνη ν’ αποκριθεί στην τελευταία έκκλησή του. Και τότε αβίαστα βγήκε από μέσα της, υψώνοντας αυθόρμητα σιγά σιγά τους τόνους της φωνής της, σχεδόν παιδιάστικη η απορία: «Δέσποτα, να ρωτήσω κι εγώ κάτι; Όλους τους τυραννά μια ο Τούρκος και μια ο Βούλγαρος και όλοι θέλουν να ξεσηκωθούνε. Το σκέφτονται και το ξανασκέφτονται, ψάχνουν να βρούνε δρόμους και τρόπους για την ελευθερία και την προκοπή τους». Και στρέφοντας το πρόσωπό της στην ομήγυρη συνέχισε: «Λέω, μήπως αξίζουμε μια σκέψη κι εμείς, που σας τιμάμε, σας φροντίζουμε, σας αγαπάμε;» Πήρε κουράγιο απ’ την απόλυτη σιωπή που απλώθηκε, νόμισε πως κάποια μάτια τη ρωτούσαν, κατάπιε και προχώρησε: «Μια φορά λέω, Δέσποτα, πως ανασαίνουμε και η ανάσα μας δεν πάει μέχρι κάτω, όσα φλουριά κι αν έχουν τα σεντούκια μας, όσο κι αν λένε πως μας αγαπάνε οι δικοί μας. Πως μεγαλώνουμε, παντρευόμαστε και τελειώνουμε, χωρίς ποτέ κανείς να μας ρωτήσει, αν θέλουμε κάτι άλλο από αυτό που οι άλλοι για μας ορίζουν. Κάτι άλλο απ’ αυτό που ζούμε, απ’ αυτό που μας λένε να ελπίζουμε, να ονειρευόμαστε, να επιθυμούμε. Κάτι άλλο που να μας δίνει ένα κουκούτσι παραπάνω σημασία και ελευθερία. Κάτι άλλο που…».
            Τα ’βγαλε όλα μεμιάς, χωρίς να τα ελέγχει, σαν να ’κανε εμετό, που μήτε η ίδια τον περίμενε ή καν είχε μαντέψει. Το ίδιο απότομα σταμάτησε, σαν να της κόψανε τη γλώσσα. Μετέωρο απόμεινε το «κάτι άλλο…». Κάτι άλλο που ήταν πολύ πιο λίγο απ’ αυτό που ονειρεύονταν να πάρουν απ’ τον Τούρκο, μα που ίσως να σήμαινε για τους ίδιους μια μεγαλύτερη ακόμη ανατροπή. Γι’ αυτό και δεν μπορούσαν – δε θέλανε – ούτε να το διανοηθούν, μήτε να το φαντασθούνε. Μόνο όταν απόσωσε τη φράση της κατάλαβε, ότι όσο μιλούσε τα λόγια της φεύγαν, σιγά σιγά παίρνανε δύναμη και γίνονταν από ψίθυρος φωνή. Σταθερή, ευδιάκριτη, σχεδόν με αποδέκτες τους παρόντες. Με ένα βαθύ παράπονο ετών δέκα εννέα.
            Τα λόγια της Ελένης χάλασαν τους ειρμούς, τις σκέψεις όλων. Πέσαν σαν βράχος που θρυμμάτισε ό,τι είχε βρει μπροστά του. Κανένας δεν της αποκρίθηκε, απόμειναν άναυδοι να κοιτιόνται αμήχανα. Να μην μπορούν να συνεχίσουν όσα σκέφτονταν και λέγαν. Να μην μπορούν να καταλάβουν τι είχε πει η Ελένη για να της απαντήσουν. Να μην μπορούν να ζυγιάσουν, να εκτιμήσουν, και να συμπεριφερθούν απέναντι σ’ αυτό που είχε συμβεί. Ότι αυθόρμητα πήρε το λόγο και μπήκε βίαια στη συζήτησή τους. Κι ας είχε απευθυνθεί με την ερώτησή του σε όλους ο δεσπότης. Στους όλους δε μετρούσε η Ελένη. Όπως δε μετρούσε καμιά Ελένη. Μαρία ή Βασιλική, Γεωργία ή Χρυσάνθη  ή όποιο άλλο όνομα γυναίκας μπορούσε να υπάρχει. Οι πιο ευφυείς, οι πιο ευαίσθητοι υποψιάσθηκαν, αισθάνθηκαν να επικρέμεται κάτι σαν απειλή ή έστω σαν ευθύνη.
            Μέσα σ’ εκείνη τη σιωπή άρχισαν πρόσωπα το ένα μετά το άλλο να συνοφρυώνονται, κάποιοι να την κοιτάνε βλοσυρά και επιτιμητικά, και αργά να σέρνουν στη συνέχεια τη ματιά τους στον Ευάγγελο, λες και ζητούσαν εξηγήσεις για το αναπάντεχο εκείνο της αυθάδειας. Για την απρέπεια, που κανείς δεν περίμενε από τη θυγατέρα του Ελένη. Σχεδόν απαιτούσαν με το ύφος τους να αναλάβει την ευθύνη για ό,τι είχε συμβεί και να επαναφέρει τη συνοχή της σύναξης που έτσι ανάγωγα είχε διαλύσει η Ελένη.
            Έκπληκτος ο Ευάγγελος, σε δεινή θέση, νιώθοντας εκτεθειμένος απέναντι στους καλεσμένους του μπόρεσε να της πει μονάχα: «Τι είπες, Ελένη;» Και η φωνή του είχε περισσότερο το νόημα: πώς μπόρεσες να το κάνεις αυτό, Ελένη; Έπεσε μια σιωπή, ν’ ακούγεται μονάχα μια σπίθα στο μαγκάλι. «Τίποτα, πατέρα, μονάχα είπα κι εγώ πώς νιώθω», αποκρίθηκε ψελλίζοντας με τους κόμπους όλους του πικραμύγδαλου, που κράταγε μες στο λαιμό της. Τα ’χασαν πάλι για δεύτερη φορά με το ατόπημα, που δεν πίστευαν στα αφτιά τους. «Τέτοια αυθάδεια», ακούστηκε να λέει κάποιος. Η Ελένη δεν άντεχε άλλο το βάρος των ματιών που την κοίταζαν, σχεδόν τη διαπόμπευαν, το βλέμμα των ματιών όλων αυτών που θαύμαζε και σεβόταν. Κάθονταν γύρω γύρω με την πλάτη στις μεσάντρες και της θυμίζαν τρούλο εκκλησιάς που έδειχνε έτσι σε πέταλο τους άγιους βλοσυρούς, έτοιμους να συμβάλλουνε στην Ώρα της Μεγάλης Κρίσεως και να την τιμωρήσουν.  Κοκκίνισε, κατέβασε το κεφάλι, ένιωσε να αναβλύζουνε καυτά τα δάκρυα απ’ την ντροπή της κι έκανε απότομη στροφή, τρέχοντας για να χαθεί κάτω απ’ την σκάλα.
            Όμως δεν είχε γλιτωμό. Στο κεφαλόσκαλο ακούστηκε οργισμένη η φωνή του Ευάγγελου σαν καταδίκη: «Γύρνα αμέσως πίσω». Η Ελένη κοκάλωσε, έκανε πέτρα την καρδιά της, έσφιξε τα δόντια της όσο γινόταν για να πειθαρχήσει, ν’ ανέβει ένα ένα τα σκαλιά με γόνατα που τρέμαν, να επιστρέψει ξανά στο φως μπροστά στο μέγα δικαστήριο. Με κατεβασμένο κεφάλι πήγε και στάθηκε δυο βήματα δίπλα στη σκάλα. Και τότε ακούστηκε η απόφαση του καδή απ’ του πατέρα της το στόμα: «Ζήτα αμέσως συγγνώμη από τους φιλοξενουμένους μας, κάθισε κάτω και μην ξαναμιλήσεις». Τα δάκρυά της τρέχανε πια ποτάμι. Να στέκεται όρθια, κοτζάμ κοπέλα παντρειάς, να ταπεινώνεται μπροστά στα μάτια όλης της Μακεδονίας, σ’ ανθρώπους που θα γύρναγαν στα μέρη τους και μέσα σ’ όλα τ’ άλλα θα διηγιόταν τον εξευτελισμό της. Με το κεφάλι πεσμένο μπροστά στο στήθος της, τα χέρια σταυρωμένα, να σπαρταράει μέσα της από λυγμούς που μάταια προσπαθούσε να ελέγξει, τα δάκρυα να καίνε, το στόμα της παραμορφωμένο. Όλα τ’ άντεχε, όμως δεν άντεχε αδικαιολόγητα συγγνώμη να ζητήσει.
            Τότε ήταν που πετάχτηκε ο φίλος του πατέρα της ο Θωμάς, κάτι του είπε στο αυτί, δεν μπόρεσε να ξεχωρίσει. Τον είδε ακόμα που γύρισε κι έκανε νόημα στους άλλους και ξανά στον πατέρα της, τον έπιασε από το χέρι, του μίλαγε χαμηλόφωνα, μπορεί και πιο πολύ από εκείνον αναστατωμένος. Ο Ευάγγελος, σαν να ηρέμησε, σαν να ξέχασε ποια ήταν η προηγούμενη εντολή του και με το ίδιο κατηγορηματικό και επιτιμητικό ύφος της είπε: «Κάθισε κάτω εκεί που βρίσκεσαι και μην ξαναμιλήσεις». Λύγισαν τα γόνατά της, σχεδόν σωριάστηκε και βούλιαξε αποκαμωμένη από την ένταση, την ντροπή, το κλάμα. Τελευταία φράση που πήρε τ’ αυτί της ήταν: «Μα φιλενάδες δεν έχει να τη συντροφεύουν;» και την πήρε το παράπονο και για τις φιλενάδες της και για την ίδια. […]



ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ:

1. α) Να περιγράψετε το χαρακτήρα της Ελένης, όπως διαγράφεται μέσα από τα δύο επεισόδια που σας παρατίθενται. Με ποιες κοινωνικές αντιλήψεις της εποχής και του περιβάλλοντός της για το ρόλο της γυναίκας ερχόταν σε αντίθεση η ιδιοσυγκρασία της; Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας με στοιχεία του κειμένου. (25 μονάδες)

1. β) Να συγκρίνετε από τη μία τις αντιλήψεις της μητέρας της Ελένης (της Βαγγέλαινας) και τη στάση που κράτησαν οι προεστοί και ο πατέρας  της Ευάγγελος  απέναντι στην παρέμβασή της και από την άλλη το σημερινό ρόλο των γυναικών στην οικογένεια και την κοινωνία γενικότερα, ως προς το ζήτημα της ελευθερίας της έκφρασης. (25 μονάδες)

2. α) Στα αποσπάσματα η αφήγηση είναι τριτοπρόσωπη με μηδενική εστίαση και ο αφηγητής  είναι απρόσωπος. Υποθέστε ότι ο αφηγητής είναι ο Ευάγγελος, ο πατέρας της Ελένης. Να αφηγηθείτε το επεισόδιο του συμβουλίου των προεστών και της παρέμβασης της Ελένης από τη δική του οπτική γωνία. (25 μονάδες)

2.β) Το βράδυ μετά τη συγκέντρωση η Ελένη, μόνη στο δωμάτιό της, ταραγμένη ακόμη από τα γεγονότα της ημέρας, γράφει στο ημερολόγιό της για το επεισόδιο με τους επισκέπτες και τον πατέρα της. Να γράψετε το κείμενο αυτού του ημερολογίου. (25 μονάδες)