Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2013

Πρωταγόρας 4η ενότητα




 ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΑΓΚΑΔΑ
ΕΝΟΤΗΤΑ 4



ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
Αφού λοιπόν ο άνθρωπος πήρε μέρος στη θεική φύση, πρώτα αυτός μόνο από τα ζωντανά πλάσματα πίστεψε σε θεούς εξαιτίας της συγγένειας με το θεό και προσπαθούσε να κάνει βωμούς και αγάλματα θεών. Ύστερα με την τέχνη του γρήγορα ανακάλυψε/σχημάτισε έναρθρη λαλιά/φθόγγους και λέξεις και βρήκε κατοικίες και ενδύματα και υποδήματα και στρώματα και τις τροφές από τη γη. Οι άνθρωποι λοιπόν έτσι εφοδιασμένοι στην αρχή κατοικούσαν διασκορπισμένα, πόλεις όμως δεν υπήρχαν: εξοντώνονταν λοιπόν από τα  θηρία  εξαιτίας του ότι από κάθε άποψη ήταν πιο αδύναμοι από αυτά και οι τεχνικές γνώσεις τους βοηθούσαν βέβαια αρκετά για την τροφή/για την ανεύρεση τροφής, (ήταν) όμως ανεπαρκείς για τον πόλεμο με τα θηρία-γιατί δεν είχαν ακόμη την τέχνη για την οργάνωση μιας πολιτείας, της οποίας μέρος (είναι) η πολεμική τέχνη, ένιωθαν λοιπόν την ανάγκη να συγκεντρώνονται και να εξασφαλίζουν τη σωτηρία τους χτίζοντας πόλεις: όσες φορές λοιπόν συγκεντρώνονταν, αδικούσαν ο ένας τον άλλον, επειδή πραγματικά δεν κατείχαν την πολιτική τέχνη, με αποτέλεσμα πάλι διασκορπισμένοι να καταστρέφονται. Ο Δίας λοιπόν , επειδή φοβήθηκε για το γένος μας, μήπως χαθεί εντελώς, στέλνει τον Ερμή να φέρει στους ανθρώπους το σεβασμό(των άγραφων νόμων) και τη δικαιοσύνη για να επιβάλουν τάξη στις πόλεις και να σφυρηλατήσουν δεσμούς φιλίας. Ρωτάει λοιπόν ο Ερμής το Δία με ποιο τρόπο τέλος πάντων να δώσει τη δικαιοσύνη και το σεβασμό στους ανθρώπους: «Ποιο από τα δύο, έτσι να μοιράσω και αυτές, όπως έχουν μοιραστεί οι τέχνες, και έχουν μοιραστεί ως εξής: ένας που κατέχει την ιατρική είναι αρκετός για πολλούς απλούς πολίτες, το ίδιο και οι άλλοι τεχνίτες: έτσι λοιπόν να βάλω ανάμεσα στους ανθρώπους και τη δικαιοσύνη και το σεβασμό ή να τα μοιράσω σε όλους;», «Σε όλους», είπε ο Δίας, «και όλοι να έχουν συμμετοχή»: γιατί δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν πόλεις, αν λίγοι συμμετέχουν σε αυτά,  όπως ακριβώς στις υπόλοιπες τέχνες: και μάλιστα θέσπισε ένα νόμο εκ μέρους μου, να θανατώνουν  σαν νοσηρό στοιχείο της πόλης αυτόν που δεν μπορεί να συμμετέχει στο σεβασμό κα στη δικαιοσύνη». Έτσι, λοιπόν, Σωκράτη, και γι’ αυτούς τους λόγους και οι άλλοι και οι Αθηναίοι, όταν γίνεται συζήτηση για ζήτημα σχετικό  με την ικανότητα του αρχιτέκτονα ή για κάποια άλλη τεχνική ικανότητα, νομίζουν ότι λίγοι έχουν δικαίωμα να συμβουλεύουν , και αν κάποιος που είναι έξω από τους λίγους, δεν τον ανέχονται, όπως εσύ ισχυρίζεσαι-φυσικά (δεν τον δέχονται) όπως και εγώ υποστηρίζω- όταν όμως πηγαίνουν σε σύσκεψη για ζήτημα πολιτικής αρετής, η οποία πρέπει να διέπεται ολόκληρη από δικαιοσύνη και σωφροσύνη, εύλογα δέχονται κάθε άνθρωπο επειδή κατά τη γνώμη τους αρμόζει στον καθένα να έχει μερίδιο σε αυτή την αρετή, αλλιώς δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν πολιτείες. Αυτή , Σωκράτη, είναι η αιτία αυτού του πράγματος.







  1. Η έντεχνος σοφία σύν πυρί που απέκτησε ο άνθρωπος χάρη στην αυτοθυσία του Προμηθέα , του επέτρεψαν να δημιουργήσει τον τεχνικό πολιτισμό μεταβάλλοντας την όψη της φύσης κατά κάποιον τρόπο σαν δημιουργός-θεός. Έτσι, η γενναία αυτοθυσία του Προμηθέα έκανε τον άνθρωπο κοινωνό της θεϊκής κληρονομιάς. Η λέξη «μοίρας» αναφέρεται ειδικά στην προσφορά  της φωτιάς στο ανθρώπινο γένος, δηλ. στην «έντεχνον σοφίαν». Το «πυρ» αποτέλεσε τη βάση της δημιουργίας του πολιτισμού των ανθρώπων και η δύναμη και η επίδρασή του έχουν αναλυθεί διεξοδικά και στη φιλοσοφία του Ηράκλειτου, ο οποίος χαρακτηριστικά το αποκαλεί «αείζωον πυρ». Η μεταμορφωτική δύναμη αυτού του στοιχείου της φύσης δεν μπορούσε παρά να εκληφθεί ότι αποτελούσε αποκλειστικό κτήμα των θεών, δηλαδή στοιχείο της θεϊκής ουσίας, ένα  από τα μυστικά της δύναμής τους, ένα από τα κρυφά φονικά ένα από τα μυστικά της δύναμής τους , ένα από τα κρυφά φονικά τους όπλα. Από τη στιγμή που ο Προμηθέας την έκλεψε από τους θεούς και τη δώρισε στους ανθρώπους, ο άνθρωπος έγινε μέτοχος της θεϊκής ουσίας και δύναμης. Η φωτιά αποτελεί θεϊκό μερίδιο, γιατί την κατείχαν ως τότε μόνο οι θεοί, γιατί οι άνθρωποι την απέκτησαν με θεϊκή παρέμβαση του Προμηθέα και γιατί επιτρέποντας στον άνθρωπο να αναπτύξει πολιτισμό, του επέτρεψε κατά συνέπεια να αναγνωρίσει την ύπαρξη θεών. Η πρώτη και άμεση συνέπεια του δώρου της φωτιάς, σύμφωνα με τον Πρωταγόρα, είναι ακριβώς η εμφάνιση της θρησκείας.                                                                              Η τέχνη του Ηφαίστου και η σοφία της Αθηνάς μαζί με τη φωτιά αποτέλεσαν έτσι τη βασική υποδομή; και κινητήρια δύναμη της προόδου του ανθρώπινου πολιτισμού. Γι’ αυτό τα στοιχεία αυτά θεωρήθηκαν συστατικά της θεϊκής ουσίας και ένα από τα μυστικά της δύναμης των θεών.
  2. O άνθρωπος ήταν το μοναδικό ζώο που πίστεψε σε θεούς, γιατί έγινε μέτοχος στο θεϊκό δώρο του Προμηθέα. Ο άνθρωπος, σύμφωνα με το μύθο, συγγένεψε πνευματικά με τους θεούς, ξεχωρίζοντας από τα υπόλοιπα θνητά γένη, από τη στιγμή που πήρε μερίδιο από τη φωτιά: έτσι, ο άνθρωπος, αφού έλαβε μέρος με τα στοιχεία αυτά στη θεϊκή ουσία, «συγγένεψε με τους θεούς», χάρη στο θεϊκό αυτό στοιχείο ο άνθρωπος ένιωσε – μόνο από όλα τα ζώα- «συγγενής» των θεών. Ένιωσε την ανάγκη να προσφέρει θυσίες πάνω σε βωμούς και να φτιάχνει αγάλματά τους. Έχουμε εδώ τις απαρχές της τέχνης που στα πρώτα βήματά της ήταν θρησκευτική.
  3. «πρωτον»: με το «πρωτον» δεν δηλώνεται χρονική ακολουθία αλλά δύο όψεις κατά τις οποίες ωφελήθηκε ο άνθρωπος από τον Προμηθέα. Δεν μπορεί να νοηθεί ότι πρώτα έφτιαξε βωμούς και αγάλματα και έπειτα επινόησε τη γλώσσα.                            
Μέσω του μύθου ο Πρωταγόρας δίνει τη δική του ερμηνεία για τη γένεση της θρησκείας. Τα διαδοχικά στάδια εξέλιξής της είναι τα εξής:
ü     Ο άνθρωπος πήρε μερίδιο από τη θεία μοίρα, δηλαδή τη φωτιά
ü    Μέσω του μεριδίου αυτού συγγένεψε με τους θεούς και συνειδητοποίησε την ανωτερότητά του σε σχέση με τα άλλα ζώα
ü    Αφού πίστεψε στους θεούς, οργάνωσε τελετουργίες και κατασκεύασε βωμούς και αγάλματα
             Η άποψη που εκφράζει εδώ ο Πρωταγόρας θεωρείται από μερικούς ερμηνευτές πλατωνική, δεδομένου ότι ο μεγάλος σοφιστής ήταν αγνωστικιστής – συνεπώς αβέβαιος ως προς την ύπαρξη των θεών. Φαίνεται, λοιπόν, ότι η άποψη ότι το θρησκευτικό συναίσθημα είναι έμφυτο. Πρέπει, όμως, να έχουμε υπόψιν ότι πρόκειται  για μύθο στον οποίο η παρουσία των θεών έχει  αλληγορική έννοια. Ο Δίας είναι ο λόγος, η λογική, δηλαδή νομοτέλεια που διέπει η φύση, οι άλλοι θεοί είναι τα όργανα της νομοτέλειας, η οποία ρυθμίζει τις σχέσεις των όντων, εξισορροπεί τις ελλείψεις τους και εξασφαλίζει τα μέσα για την ικανοποίησή τους και κατ’ ακολουθίαν  για την επιβίωσή τους.                     Στο συγκεκριμένο απόσπασμα διαφαίνεται ότι ο Πρωταγόρας  ενδιαφέρεται μάλλον για την εξήγηση της γένεσης του θρησκευτικού συναισθήματος παρά για το θέμα της ύπαρξης των θεών. Χαρακτηριστικά είναι τα όσα αναφέρει ο W.K.Guthrie: « Από την αρχή επίσης, οι άνθρωποι έχουν μέσα τους την έμφυτη ορμή για λατρεία… ο Πρωταγόρας κατά πάσα πιθανότητα αναγνώριζε ότι η λατρεία προσιδιάζει στον άνθρωπο και ίσως είναι κάτι το απαραίτητο, χωρίς όμως και να παίρνει θέση σχετικά με την ύπαρξη του αντικειμένου της…».                                                                                                                 Γενικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το ένστικτο της πίστης και της λατρείας είναι θεμελιώδες στην ανθρώπινη φύση και η απ0όσοσή του σε θεϊκή συγγένεια δεν είναι κάτι το περίεργο σε μια αφήγηση που δίνεται σε μορφή λαϊκής μυθολογίας, για να γίνει πιο ευχάριστη.
  1. Η γλώσσα αποτέλεσε από την αρχή τον κυριότερο κώδικα επικοινωνίας των ανθρώπων και βασικό στοιχείο του πολιτισμού τους. Αυτή, ως θεμέλιο και βάση του πολιτισμού, αποτελεί και το διακριτικό γνώρισμα του ανθρώπου από τα ζώα. Ο άνθρωπος , ανώτερος από όλα τα έμψυχα όντα, κατόρθωσε να πλάσει τη γλώσσα και με τη βοήθειά της τη θρησκεία, το κράτος και όλους τους υπόλοιπους θεσμούς. Στην αρχαιότητα υπήρχαν δυο απόψεις σχετικά με τη διαμόρφωση της γλώσσας:                                                Η θεοκρατική που υποστήριζε ότι η γλώσσα δόθηκε φύσει στον άνθρωπο, δηλαδή  μόλις ο θεός έπλασε τον άνθρωπο του χάρισε αυτό το πολύτιμο δώρο. Θιασώτης αυτής της άποψης υπήρξε ο Ηρόδοτος με το πείραμα του βασιλιά των Αιγυπτίων Ψαμμήτιχου που διηγείται και αφορά δυο βρέφη που ανατράφηκαν ώσπου να γίνουν δυο ετών χωρίς να ακούνε ανθρώπινη μιλιά,  οπότε η πρώτη λέξη τους ήταν … φρυγική. Από αυτό συμπέρανε ο Ψαμμήτιχος ότι πρώτοι πλάστηκαν οι Φρύγες και όχι οι Αιγύπτιοι.               Η σοφιστική άποψη αποδεχόταν τη νόμω δημιουργία της γλώσσας, δηλαδή το πλάσιμο και τη διαμόρφωσή της από τον ίδιο τον άνθρωπο σταδιακά και με μεγάλη προσπάθεια πολλών γενεών, επιτεύχθηκε δηλαδή με μακροχρόνια εξέλιξη και δεν υπήρξε δώρο δοσμένο από την αρχή στον άνθρωπο εκ μέρους των θεών.                                                                                                    Ο Πρωταγόρας υιοθετεί σαφώς αυτή την άποψη. Τονίζει ότι η γλώσσα δημιουργείται από την ανθρώπινη νόηση και βούληση και δεν δίνεται ως δώρο από το θεό.                                                   Η νεότερη γλωσσολογική επιστήμη επιβεβαιώνει την άποψη των σοφιστών ότι η γλώσσα δημιουργήθηκε εξελικτικά σύμφωνα με τις ανάγκες της κοινωνικής ζωής. Μελέτησε επίσης και τη διπλή άρθρωση με την οποία σχηματίζονται οι λέξεις που εκφράζουν απλά δεδομένα της  εμπειρίας και την άρθρωση των λέξεων, δηλαδή τη σύνταξη με την οποία σχημαςτίζονται οι προτάσεις που εκφράζουν ΄συνθετα δεδομένα της εμπειρίας, σκέψεις, κρίσεις κ.τ.λ.
  2. Πολυσύνδετο σχήμα, με το οποίο αναφέρονται όλα τα στοιχεία που ικανοποίησαν τις βιοτικές ανάγκες του ανθρώπου. Η κάλυψη των υλικών αναγκών των ανθρώπων αναφέρεται τελευταία. Ο Πρωταγόρας δεν φαίνεται να  ενδιαφέρεται για τη φυσική σειρά των πραγμάτων. Οι ανάγκες της ζωής προηγούνται, η δημιουργία του πολιτισμού ακολουθεί την ικανοποίηση των ζωτικών αναγκών του ανθρώπου.  Αυτό φυσικά ήταν γνωστό στον Πρωταγόρα, ο οποίος προηγουμένως , ως πρώτη συνέπεια της ανάπτυξης των πρακτικών τεχνών {με ταυτόχρονη χρήση της φωτιάς} ανέφερε την «ευπορίαν», την εξασφάλιση άφθονων μέσων ζωής.
  3. Οι άνθρωποι δηλαδή στην αρχή κατοικούσαν διασκορπισμένοι, όπως τα ζώα ή οι Κύκλωπες στην Οδύσσεια. Δεν ήταν επομένως δυνατόν σε αυτούς να δημιουργήσουν πόλεις που απαιτούν συγκέντρωση πολλών ατόμων μόνιμα σε ένα μέρος.                  Τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους απ0ασχόλησε ιδιαίτερα το ζήτημα της οργάνωσης των πρώτων κοινωνιών. Συχνά, αναζήτησαν τα κίνητρα που ώθησαν τους ανθρώπους σε μια τέτοια επιλογή αλλά και τις αιτίες αποτυχίας των πρώτων κοινωνικών σχηματισμών. Στο κεφάλαιο αυτό θα παρακολουθήσουμε τη σοφιστική θεωρία για τη συγκρότηση κοινωνικών σχηματισμών (αφού ζώντας σκορπισμένοι εδώ κι εκεί είχαν ελάχιστα μέσα προστασίας και κατασπαράσσονταν από τα άγρια θηρία) και τα την αντιδιαστείλουμε με εκείνη του Αριστοτέλη στα Πολιτικά.
  4. Η δημιουργική τέχνη είναι συνώνυμη με την έντεχνον σοφίαν του προηγούμενου κεφαλαίου, δηλαδή τις τεχνικές γνώσεις που διέθεταν (τρόποι εξασφάλισης τροφής, όπλα, σκεύη κ.τ.λ.). αυτές ήταν ικανοποιητικές ως προς το να εξασφαλίσουν την τροφή στον άνθρωπο και να του παρέχουν αυτού του είδους την επιβίωση, δεν αρκούσαν όμως  για να τον προστατεύσουν από την απειλή των άγριων θηρίων. Για την άμυνά οτυ ο άνθρωπος έπρεπε να διαμορφώσει την πολιτική τέχνη [ η οποία αποτελούσε μέρος της πολιτικής αρετής], της οποίας μέρος είναι η πολεμική τέχνη.  Ο Πρωταγόρας δεν είναι πειστικός σε αυτό το σημείο. Η βαθύτερη πρόθεσή του που τον κάνει να αδιαφορεί για τη λογική των πραγμάτων, είναι να δείξει ότι η πολιτική τέχνη, της οποίας είναι δάσκαλος, από άποψη αξίας στέκεται πάνω από την τεχνολογία.
  5. Πολεμική τέχνη είναι η τέχνη της κοινωνικής συμβίωσης και της πολιτικής οργάνωσης. Η πολεμική τέχνη είναι η τέχνη του πολέμου, της αλληλεξόντωσης μέσω της κατασκευής όπλων και της επινόησης αμυντικών μεθόδων και επιθετικών τακτικών. Παρουσιάζεται ως μέρος της πολιτικής τέχνης, γιατί δημιουργείται και αναπτύσσεται σε πολιτικά οργανωμένες κοινωνίες. Η έκφραση αυτή δεν συνεπάγεται ότι ο Πρωταγόρας είναι υπέρ του πολέμου.
  6. Η άποψη του Πρωταγόρα για την ίδρυση πολιτικών κοινοτήτων είναι ότι διαμορφώθηκαν αρχικά ως μέσο άμυνας, ως ασπίδα προφύλαξης των ανθρώπων από το φόβο τους προς τα θηρία. Η συγκρότησή ους δηλαδή οφείλεται στην ανάγκη τους να εξασφαλίσουν την επιβίωση. Αντίθετα, ο Αριστοτέλης διατείνεται στα «Πολιτικά» ότι ο άνθρωπος είναι φύσει πολιτικό ζώον, οπότε η κοινωνική και πολιτική οργάνωση πηγάζει από αυτή την έμφυτη ροπή του. Στο ίδιο έργο ο Σταγειρίτης φιλόσοφος υποστηρίζει ότι «πασα πόλις φύσει εστίν», δηλαδή ότι η πολιτική κοινότητα δημιουργήθηκε φύσει, από φυσική αγκαιότητα και όχι νόμω, δηλαδή κατόπιν σύμβασης των ανθρώπων που την αποτελούν. Ο άνθρωπος έχει μέσα του τη φυσική τάση να ζει σε κοινωνίες και να δημιουργεί πολιτικές κοινότητες.                                                    Πάντως, κατά τον Πρωταγόρα, οι άνθρωποι ένιωθαν την ανάγκη [εζήτουν] της συνάθροισης, της συμβίωσης. Ο άνθρωπος δηλαδή σύμφωνα με το σοφιστή επιβιώνει μόνο χάρη στην ικανότητά του για κοινωνική ζωή. Η βασική αυτή θέση μπορεί να θεωρηθεί «προδιατύπωση» της θέσης του Αριστοτέλη για τον άνθρωπο ως «φύσει πολιτικόν ζωον».                                                Αξιοσημείωτο είναι πόση σημασία δίνεται στο θεσμό της πόλης [ στο κεφάλαιο αναφέρεται πέντε φορές] ως ανώτερης κοινωνικής μονάδας. Η πόλη αναδείχτηκε πράγματι στην αρχαία Ελλάδα  εστία δημοκρατικής , κοινωνικής  και πνευματικής ζωής.
  7. Η συμβατική συμβίωση των ανθρώπων σε κοινωνίες για την αντιμετώπιση του φόβου των θηρίων δεν μπορούσε να έχει διάρκεια. Εφόσον οι άνθρωποι δεν κατείχαν την τέχνη της  πολιτικής οργάνωσης αδικούσαν ο ένας τον άλλον, διασκορπίζονταν και αλληλοκαταστρέφονταν.
  8. Μετά την παρέμβαση του Προμηθέα για τη σωτηρία και την επιβίωση του ανθρώπινου γένους, παρεμβαίνει τώρα και ο Δίας, «πατήρ ανδρων τε θεων τε», για να τους λυτρώσει από τον επικρεμάμενο αφανισμό. Στέλνει τον αγγελιαφόρο  των θεών, τον Ερμή, να φέρει και να δωρίσει στους ανθρώπους δυο σπουδαία μέσα προστασίας, την αιδώ και τη δίκη, με σκοπό να επικρατήσει τάξη και αρμονία στις πόλεις και να αποσοβηθεί ο επαπειλούμενος πόλεμος αλληλοεξόντωσης.
  9. Η αιδώς εκφράζει το συναίσθημα της ντροπής που αισθάνεται ο κοινωνικός άνθρωπος για κάθε αντικοινωνική πράξη – για κάθε δηλαδή πράξη που προσκρούει στον καθιερωμένο ηθικό κώδικα του κοινωνικού περιβάλλοντος. Είναι επίσης και η αγανάκτηση που συχνά εκδηλώνεται με αποδοκιμασία για όποιον ενεργεί αντικοινωνικά. Το συναίσθημα αυτό λειτουργεί και ως κίνητρο για την εκτέλεση του χρέους και του καθήκοντος που επιβάλλει η κοινωνία, αφού έτσι αποφεύγεται η αγανάκτηση και η αποδοκιμασία των άλλων. Η αιδώς αποτελεί πράγματι περίπλοκη ιδιότητα και γι’ αυτό αποδίδεται ποικιλοτρόπως: ηθική συνείδηση, ηθικότητα, σωφροσύνη, σεβασμός άγραφων νόμων, αυτοέλεγχος, κοσμιότητα, αυτοσεβασμός.                                                  Η δίκη είναι το συναίσθημα της δικαιοσύνης, ο σεβασμός των δικαιωμάτων των συνανθρώπων μας και η αποκατάστασή τους, όταν αυτά καταστρατηγούνται. Η δίκη θα μπορούσε κατά μια έννοια να ταυτιστεί με την έμφυτη αντίληψη για το δίκαιο, το σωστό και το νόμιμο. Και τα δύο αυτά συναισθήματα κρίνονται απαραίτητα για κάθε πολίτη και συνιστούν μέρος της πολιτικής αρετής, όπως θα φανεί στη συνέχεια του διαλόγου.                            Αυτές οι δύο ιδιότητες χαρίστηκαν από το Δία μέσω του Ερμή σε όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους, χωρίς διακρίσεις. Αποτελούν κτήμα όλων των θνητών και χωρίς αυτές καμιά πολιτεία δεν μπορεί να θεμελιωθεί. Η συλλογική ζωή, η δυνατότητα των ανθρώπων να συνυπάρχουν, προϋποθέτουν την ηθική συνείδηση (αιδώς) και το συναίσθημα της δικαιοσύνης (δίκη). Αυτά από κοινού εξασφαλίζουν την αξιοπρέπεια του ανθρώπου, τον εμποδίζουν να συμπεριφέρεται εγωιστικά, μισαλλόδοξα και ατομικιστικά, και συμβάλλουν στην εμπέδωση της πολιτικής ενότητας και κοινωνικής αρμονίς. Αποτελούν δηλαδή όρο και εγγύηση για τη θεμελίωση του υλικού και πνευματικού πολιτισμού και κρίνονται απαραίτητα για κάθε πολίτη.                                            Συνοπτικά, σύμφωνα με το μύθο, η αιδώς και η δίκη έπαιξαν τον ακόλουθο ρόλο στην εξέλιξη του πολιτισμού:                                                                                                      
ü    Θεμελίωσαν την οργάνωση και λειτουργία της πολιτείας
ü    Με τον αλληλοσεβασμό και το αίσθημα της δικαιοσύνης εδραιώθηκε η αμοιβαία εμπιστοσύνη που πρέπει να διέπει τις σχέσεις των πολιτών μεταξύ τους και με την πολιτεία
ü    Αναπτύχθηκαν φιλικοί δεσμοί μεταξύ των πολιτών και των πολιτών με το κράτος
ü    Αναπτύχθηκαν στενές και φιλικές σχέσεις μεταξύ των πόλεων
ü    Δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις και τέθηκαν οι βάσεις για την ανάπτυξη και εξέλιξη του πολιτισμού

  1. Η αιδώς και η δίκη(=ο αμοιβαίος σεβασμός και η δικαιοσύνη) δόθηκαν στους ανθρώπους ως έννοιες, δηλαδή ως πρότυπα που έπρεπε να κατακτηθούν από τους ανθρώπους με τη λογική τους και με προσωπικό αγώνα. Όταν οι άνθρωποι γνωρίσουν σε βάθος τις έννοιες αυτές και είναι σε θε΄ση να τις πραγματώσουν στις μεταξύ τους σχέσεις, τότε και η οργάνωση της πολιτείας θα στηρίζεται σε αυτές. Μια πολιτεία, όταν θεμελιώνει την οργάνωση και τη λειτουργία της στης αιδώ και στη δίκη, είναι ασφαλώς δημοκρατική. Ο αλληλοσεβασμός και το αίσθημα της δικαιοσύνης που διέπει τις σχέσεις των πολιτών μεταξύ τους και με την πολιτεία εδραιώνει την αμοιβαία εμπιστοσύνη και εξασφαλίζει ισορροπία σε αυτές τις σχέσεις. Με αυτές τις προϋποθέσεις αναπτύσσονται φιλικοί δεσμοί μεταξύ τωνπολιτών με το κράτος.                Ευνόητο είναι ότι οι απόψεις του Πρωταγόρα για την αιδώ και τη δίκη συμπίπτουν με την άποψη του Περικλή στον «Επιτάφιο», όπου περηφανεύεται ότι η αθηναϊκή δημοκρατία στηρίζεται στην ενσυνείδητη πειθαρχία των πολιτών της στους γραπτούς και άγραφους νόμους (παράγρ. 37 διά δέος ου παρανομουμεν … φέρουσιν)
  2. Ο Πρωταγόρας κατανοεί τη σημασία του καταμερισμού της εργασίας για την πρόοδο, όπως φαίνεται από το σημείο αυτό αλλά και από τα επιτεύγματα της δεύτερης φάσης της εξέλιξης. Γι’ αυτό και θέτει το πρόβλημα με την ερώτηση του Ερμή. Αν περιλαμβάνονταν στον καταμερισμό εργασίας και η πολιτική, δε θα συμμετείχαν όλοι στην πολιτική ζωή και δεν θα υπήρχαν πόλεις, με την έννοια ότι η πολιτική προϋποθέτει πως οι άνθρωποι αποδέχονται κοινές αξίες, την αιδώ και τη δίκη. Αν δεν τις αποδέχονταν, οι κοινωνικοί ανταγωνισμοί θα κατέληγαν στην αλληλεξόντωση των ανθρώπων, όπως στην προηγούμενη φάση. Η πολιτική συνδέεται άρρηκτα με την αιδω και τη δίκη που αποτελούν την αναγκαία προϋπόθεσή της, με την έννοια ότι θα ήταν αδιανόητο να μην έχει δοθεί σε όλους αλλά σε ορισμένους μόνο εκλεκτούς, όπως συμβαίνει με τις άλλες τέχνες. Κατάληξη αυτής της πολιτιστικής εξέλιξης αποτελεί η αθηναϊκή δημοκρατία που δικαιώνεται με το μύθο του Πρωταγόρα.
  3. Έχει ήδη επισημανθεί ότι ένας μύθος χρησιμοποιείται ως εργαλείο απλούστευσης δυσνόητων εννοιών και από αυτή την άποψη έχει διδακτικό χαρακτήρα. Παράλληλα, μέσω των αλληγοριών  του προσφέρει στους ακροατές δυνατότητα χαλάρωσης. Έτσι και εδώ ο Ερμής ως εκτελεστής της θεϊκής βούλησης, αφελώς και με τρόπο μάλλον κωμικό, ρωτά το Δία ποιος είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος διανομής της αιδούς και της δίκης. Η μετάβαση από τον πλάγιο στον ευθύ λόγο είναι παραστατική.                                                  Αν οι βασικές ιδιότητες που θεμελιώνουν την πολιτική συγκρότηση της κοινωνίας δεν είναι κοινές σε όλα τα μέλη της, η κοινωνία δεν συγκροτείται πολιτικά, καθώς της λείπει κάθε συνεκτική δύναμη.
  4. Η άποψη αναφέρεται ασφαλώς σε δημοκρατικά πολιτεύματα. Η διάκριση δεν γίνεται άμεσα αλλά ο Πρωταγόρας φαίνεται να δέχεται ότι το δημοκρατικό πολίτευμα της Αθήνας είναι αυτό που ανταποκρίνεται περισσότερο στις ανάγκες μιας πολιτιστικά προηγμένης κοινωνίας. Η αιδώς και η δίκη αναπτύσσονται μόνο μέσα στην κοινωνική ζωή και σε μια δημοκρατική κοινωνία βρίσκουν την πλήρη έκφρασή τους.
  5. Ευνόητο είναι ότι ούτε και ο Δίας μπορεί να εξασφαλίσει την καθολικότητα των δυο αυτών αρετών στους ανθρώπους, καθώς δεν αποτελούσαν μέρος της αρχικής τους φύσης. Γι’ αυτό προσθέτει ότι όποιος αποδειχθεί ανίκανος να τις αποκτήσει πρέπει να θανατώνεται ως καρκίνωμα στο σώμα της πολιτείας. Με τα λόγια αυτά ο Πρωταγόρας τονίζει αφενός ότι όλα τα μέλη μιαςκοινωνίας αποτελεί πρωταρχική ανάγκη να έχουν συμμετοχή στην «αιδώ» και στη «δίκη» και αφετέρου προλειαίνει τη θέση που θα προβάλει παρακάτω, ότι όλοι οι άνθρωποι πρέπει να έχουν συμμετοχή στην αρετή.                                                                      Όλοι οι πολίτες μετέχουν στις διαδικασίες της κοινωνικής ζωής εκτός και αν παρουσιαστούν κάποιες εξαιρέσεις στον κανόνα, δηλαδή άνθρωποι που δεν μπορούν να ενταχθούν στο κοινωνικό σύστημα, που παραβιάζουν  τις αρχές της ηθικότητας και της δικαιοσύνης. Η πολιτεία έχει υποχρέωση σ’ αυτές τις περιπτώσεις να’ναι αμείλικτη: η θανατική ποινή επιβάλλεται σε όλους εκείνους που δε σέβονται το διαμορφωμένο κοινωνικό σύστημα. Η συμπεριφορά αυτή προς τα νοσηρά μέλη της κοινωνίας είναι απάνθρωπη. Με αυτή την κατακλέιδα, όπου ο σοφιστής εκδίδει την ετυμηγορία του για την αμείλικτη τιμωρία των νοσηρών μελών της κοινωνίας, τελειώνει ο μύθος του Πρωταγόρα, για να ακολουθήσει το επιμύθιο (λογική διερεύνηση των δεδομένων) και τα σχετικά συμπέράσματα.                                                                Ο πολίτης στη φράση-κατακλείδα παρομοιάζεται με το μέλος του ανθρωπίνου σώματος που δεν έχει υγεία και πρέπει να αφαιρεθεί , γιατί είναι επικίνδυνο για τον υπόλοιπο οργανισμό. Αφαιρώντας επομένως τα μυθολογικά στοιχεία από την αφήγηση του Πρωταγόρα μένει ότι η αρετή καθαυτή δεν ήταν στην αρχή μέρος της ανθρώπινης φύσης, γι’ αυτό οι πρωτόγονοι, μολονότι είχαν τη νοημοσύνη , για να μαθαίνουν διάφορες «τέχνες» [χρήση φωτιάς, επεξεργασία μετάλλων κ.τ.λ.] συμπεριφέρονταν με αγριότητα ο ένας στον άλλο και δεν θα μπορούσαν να συνεργαστούν. Η ανθρώπινη φύση φέρει μέσα της τις καταβολές για να εξελιχθεί ηθικά. Σε αυτό ακριβώς είναι αναγκαία η διδασκαλία.
  6. Με αυτή τη φράση σηματοδοτείται το πέρασμα στο επιμύθιο και τα συμπεράσματα. Ο σοφιστής αρχίζει τη λογική διερεύνηση των δεδομένων και επιχειρεί τη συναγωγή συμπερασμάτων με έναν τόνο κάπως ειρωνικό, χρησιμοποιώντας εμπειρικά στοιχεία.
  7. Αξιοσημείωτο είναι ότι για πρώτη φορά εδώ ο Πρωταγόρας χρησιμοποιεί εναλλακτικούς όρους «δικαιοσύνη» και σωφροσύνη» αντί των εννοιών της «αιδους» και της «δίκης». Η σύγχυση αυτή θα συνεχιστεί και παρακάτω, οπότε θα δοθεί η ευκαιρία στο Σωκράτη να ζητήσει διεξοδικότερη διερεύνηση της έννοιας της αρετής. Η δικαιοσύνη και η σωφροσύνη εμφανίζονται σαν μια οδός την οποία κάθε πολίτης που επιθυμεί να παραμείνει μέλος της κοινωνίας οφείλει να ακολουθεί. Μόνον έτσι μπορεί να υπάρχει πολιτική αρετή.
  8. Στο σημείο αυτό ο Πρωταγόρας απαντά στο επιχείρημα που προηγουμένως είχε διατυπώσει ο Σωκράτης: η δυνατότητα όλων να εκφέρουν άποψη για τα θέματα της πολιτικής στην Εκκλησία του δήμου σήμαινε κατά το Σωκράτη ότι η πολιτική αρετή δεν διδάσκεται, αλλιώς δεν θα μπορούσε να διατυπώνει καθένας γνώμη παρά μόνο, όπως υπονοείται, ο ειδικός. Το δικαίωμα να εκφέρουν όλοι άποψη κατά τον Πρωταγόρα είναι νόμιμο, αφού η αιδώς και η δίκη είναι κτήμα όλων. Ο Πρωταγόρας εκφράζει στο σημείο αυτό μια αντιτεχνοκρατική αντίληψη για την πολιτική, επιδοκιμάζει το αθηναϊκό πολίτευμα και ιδίως το δικαίωμα της ισηγορίας.                                                                                                                                                                                           

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.